Ἀρκεῖ μιὰ δυὸ ἱστορικὲς σελίδες στὴν τύχη νὰ σηκώσῃ κανεὶς καὶ νὰ φυσήξῃ λίγο τὴν σκόνη, γιὰ νὰ ἀκούσῃ νὰ βοοῦν οἱ μαρτυρίες τῆς παραχαράξεως καὶ τῆς ἀγραμματοσύνης τῶν ΛιακοΡεπούσηδων.
Ξεφυλλίζω τυχαίως σήμερα τὸ τεῦχος Ἰανουαρίου 1909 τοῦ περιοδικοῦ «Ἡ Μελέτη», τεῦχος τὸ ὁποῖον, μεταξὺ ἄλλων, εἶχα ἀγοράσει στὸ περσινὸ παζάρι τοῦ Ε.Λ.Ι.Α. Διαβάζω τὸ ἄρθρον «Οἱ Διδάσκαλοι τοῦ Γένους - Κωνσταντῖνος Κούμας» (djvu, 120 KiB). Καὶ ἐκπλήττομαι, καὶ τὰ μάτια μου τρίβω ἀπορῶν:
«Πῶς δὲ διῆλθε τὰ πρῶτα ἔτη τοῦ βίου του ὁ Κούμας μᾶς λέγει ὁ ἴδιος εἰς τὴν αὐτοβιογραφίαν του. Μέχρι τοῦ δεκάτου ἔτους τῆς ἡλικίας του -λέγει- δὲν εἶδεν οὔτε ἐκκλησίαν οὔτε σχολεῖον. Ἐφυλάσσετο κλειστὸς ἐντὸς τοῦ πατρικοῦ του οἴκου, διότι οἱ γονεῖς του ἐφοβοῦντο μὴ τὸν ἀρπάσουν οἱ Γιανίτσαροι.»
...Καὶ ἐδῶ ξαναδιαβάζω γιὰ δεύτερη καὶ τρίτη φορά, μήπως καὶ δὲν κατάλαβα καλῶς! Μᾶς λέγει λοιπόν ὁ ἴδιος ὁ Κούμας (1777-1836· ἀνὴρ μέγας τοῦ Διαφωτισμοῦ, φίλος τοῦ Κοραῆ), στὴν αὐτοβιογραφία του, ὅτι, ὄχι τὸν 15ο καὶ 16ο, ἀλλὰ στὰ τέλη τοῦ 18ου αἰῶνος, παιδὶ εὐπόρου γουνεμπόρου κλειδαμπαρώνεται στὸ σπίτι ἀπὸ τὸν φόβο τῶν γονέων του «μὴν τὸν ἀρπάξουν οἱ γενίτσαροι»! (Κι ἐμεῖς ποὺ νομίζαμε ὅτι τὰ περὶ γενιτσάρων καὶ παιδομαζώματος καὶ σκλαβιᾶς καὶ φοβέρας ἦταν... «ἐθνικοὶ μύθοι», ποὺ μᾶς λένε οἱ Ρεπούση- Φραγκουδάκη- Λιάκος- Μπουκάλας καὶ «λοιπὲς δημοκρατικὲς δυνάμεις»!) Πᾶμε παρακάτω, νὰ δοῦμε ποῦ ἔμαθε γράμματα ὁ Κούμας:
«Τὸ 1787 ὁ δεκαετὴς Κωνσταντῖνος εἰσῆλθεν εἰς ἐκκλησίαν. Εἶναι ἀπερίγραπτος ἡ ἐντύπωσις, τὴν ὁποίαν ἔκαμαν εὶς αὐτὸν αἱ ἐκκλησιαστικαὶ τελεταί. Αἱ χρυσοΰφαντοι στολαὶ τῶν ἱερέων, τὸ πλῆθος τῶν εἰκόνων, αἱ ἱεραὶ ψαλμῳδίαι, ἡ εὐλάβεια τοῦ παρισταμένου λαοῦ, ἡ ὀσμὴ τοῦ θυμιάματος, ταῦτα πάντα ἐξήγειραν κατάπληξιν εἰς τὴν ψυχήν του.»
Οὐδὲν σχόλιον. Ἤ, μᾶλλον, ἕνα.
«Εἰς τὸν Τύρναβον ὁ Κούμας ἔμαθε νὰ ἀναγιγνώσκῃ Συναξάρια, τὰ ὁποῖα ἐδίδοντο τότε εὶς τοὺς φιλομαθεῖς νέους, ὡς καὶ τὴν «Ἁμαρτωλῶν Σωτηρίαν». Εἰς τὴν ἀνάγνωσιν μάλιστα τῆς Ἁμαρτωλῶν Σωτηρίας κατέγινε πολύ, διότι τὸ βιβλίον τοῦτο, λέγει, εἶχεν ὁσάκις ἦτο εὔκαιρος εἰς τὰς χεῖράς του, διὰ νὰ σβύσῃ τὴν φιλομάθειάν του.»
Οὐδὲν σχόλιον.
[Ἀργότερα μαθητεύει στὸν Τυρναβίτη ἱερέα, λόγιο, διδάσκαλο καὶ ἱεροκήρυκα Ἰωάννη Πέζαρο, γιὰ τὸν ὁποῖον γράφει ὁ Κούμας ὅτι ἐὰν ἐσπούδαζεν [ὁ Πέζαρος] εἰς Πανεπιστήμιον τῆς Εὐρώπης, θὰ ἐσκίαζε πολὺ τὴν δόξαν τοῦ Εὐγένιου Βουλγάρεως.]
Οὐδὲν σχόλιον.
[Ἀργότερα...] «Ὁ μητροπολίτης Λαρίσης Διονύσιος Καλλιάρχης, φιλόμουσος, μεγαλόδωρος καὶ ζηλωτὴς τοῦ καλοῦ ἀρχιερεύς, ἐπροστάτευσεν τὸν Κούμαν, τὸν παρέλαβεν, ἀναχωρῶν εἰς Κωνσταντινούπολιν, μαζί του, καὶ τὸν συνέστησεν εἰς τὸν τότε μέγαν διερμηνέα Κωνσταντῖνον Ὑψηλάντην.»
Οὐδὲν σχόλιον.
[Ὁ Κούμας ἐπιστρέφει ἀργότερα στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του.]
«Ὁ Κούμας ἐγκαθίσταται διδάσκαλος τοῦ ἀρτισυστάτου σχολείου τῆς Λαρίσης. Τοῦ σχολείου τούτου ἡ λειτουργία εἶχε διακοπῆ ἐπὶ τριάκοντα ἔτη περίπου, ἀπὸ τῶν ταραχῶν δηλονότι, αἵτινες καὶ ἐν Θεσσαλίᾳ ἐξηγέρθησαν ἕνεκα τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ 1770 μέχρι τοῦ ἔτους 1798, κατὰ τὸ ὁποῖον κατώρθωσεν ὁ Καλλιάρχης νὰ τὸ ἀνασυστήσῃ.
«Ἀλλ᾿ ὁ Κούμας δὲν ἐδίδαξεν ἐπὶ πολὺ εἰς τὴν Λάρισαν. Οἱ Γιανίτσαροι, λέγει ἦσαν ἐν Θεσσαλίᾳ τόσον θηριώδεις, ὥστε καὶ ἐκεῖνος, ὅπως ὅλοι οἱ χριστιανοὶ κάτοικοι αὐτῆς, δὲν εὔρισκεν ἡσυχίαν.»
...Κι ἐδῶ ξαναδιαβάζω, καὶ ξαναδιαβάζω, καὶ ξαναδιαβάζω, ἀπορῶν τὶ δὲν καταλαβαίνω, ἐγὼ ποὺ εἶχα μάθει άπὸ Ρεπούση- Φραγκουδάκη- Λιάκο- Μπουκάλα καὶ «λοιπὲς δημοκρατικὲς δυνάμεις» ὅτι... «οὐδέποτε οἱ τοῦρκοι ἐμπόδισαν τὴν ἐκπαίδευση»!
[...]
Χριστὸς Ἀνέστη!
Ὑ.Γ. Στὸ ἴδιο τεῦχος τῆς «Μελέτης» ὑπάρχει μία πολὺ ἐνδιαφέρουσα δημοσίευσις τοῦ Κρουμβάχερ γιὰ τὸν «Νέον Θησαυρὸν τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης», τὴν ὁποίαν θὰ σχολιάσω προσεχῶς.
Ξεφυλλίζω τυχαίως σήμερα τὸ τεῦχος Ἰανουαρίου 1909 τοῦ περιοδικοῦ «Ἡ Μελέτη», τεῦχος τὸ ὁποῖον, μεταξὺ ἄλλων, εἶχα ἀγοράσει στὸ περσινὸ παζάρι τοῦ Ε.Λ.Ι.Α. Διαβάζω τὸ ἄρθρον «Οἱ Διδάσκαλοι τοῦ Γένους - Κωνσταντῖνος Κούμας» (djvu, 120 KiB). Καὶ ἐκπλήττομαι, καὶ τὰ μάτια μου τρίβω ἀπορῶν:
«Πῶς δὲ διῆλθε τὰ πρῶτα ἔτη τοῦ βίου του ὁ Κούμας μᾶς λέγει ὁ ἴδιος εἰς τὴν αὐτοβιογραφίαν του. Μέχρι τοῦ δεκάτου ἔτους τῆς ἡλικίας του -λέγει- δὲν εἶδεν οὔτε ἐκκλησίαν οὔτε σχολεῖον. Ἐφυλάσσετο κλειστὸς ἐντὸς τοῦ πατρικοῦ του οἴκου, διότι οἱ γονεῖς του ἐφοβοῦντο μὴ τὸν ἀρπάσουν οἱ Γιανίτσαροι.»
...Καὶ ἐδῶ ξαναδιαβάζω γιὰ δεύτερη καὶ τρίτη φορά, μήπως καὶ δὲν κατάλαβα καλῶς! Μᾶς λέγει λοιπόν ὁ ἴδιος ὁ Κούμας (1777-1836· ἀνὴρ μέγας τοῦ Διαφωτισμοῦ, φίλος τοῦ Κοραῆ), στὴν αὐτοβιογραφία του, ὅτι, ὄχι τὸν 15ο καὶ 16ο, ἀλλὰ στὰ τέλη τοῦ 18ου αἰῶνος, παιδὶ εὐπόρου γουνεμπόρου κλειδαμπαρώνεται στὸ σπίτι ἀπὸ τὸν φόβο τῶν γονέων του «μὴν τὸν ἀρπάξουν οἱ γενίτσαροι»! (Κι ἐμεῖς ποὺ νομίζαμε ὅτι τὰ περὶ γενιτσάρων καὶ παιδομαζώματος καὶ σκλαβιᾶς καὶ φοβέρας ἦταν... «ἐθνικοὶ μύθοι», ποὺ μᾶς λένε οἱ Ρεπούση- Φραγκουδάκη- Λιάκος- Μπουκάλας καὶ «λοιπὲς δημοκρατικὲς δυνάμεις»!) Πᾶμε παρακάτω, νὰ δοῦμε ποῦ ἔμαθε γράμματα ὁ Κούμας:
«Τὸ 1787 ὁ δεκαετὴς Κωνσταντῖνος εἰσῆλθεν εἰς ἐκκλησίαν. Εἶναι ἀπερίγραπτος ἡ ἐντύπωσις, τὴν ὁποίαν ἔκαμαν εὶς αὐτὸν αἱ ἐκκλησιαστικαὶ τελεταί. Αἱ χρυσοΰφαντοι στολαὶ τῶν ἱερέων, τὸ πλῆθος τῶν εἰκόνων, αἱ ἱεραὶ ψαλμῳδίαι, ἡ εὐλάβεια τοῦ παρισταμένου λαοῦ, ἡ ὀσμὴ τοῦ θυμιάματος, ταῦτα πάντα ἐξήγειραν κατάπληξιν εἰς τὴν ψυχήν του.»
Οὐδὲν σχόλιον. Ἤ, μᾶλλον, ἕνα.
«Εἰς τὸν Τύρναβον ὁ Κούμας ἔμαθε νὰ ἀναγιγνώσκῃ Συναξάρια, τὰ ὁποῖα ἐδίδοντο τότε εὶς τοὺς φιλομαθεῖς νέους, ὡς καὶ τὴν «Ἁμαρτωλῶν Σωτηρίαν». Εἰς τὴν ἀνάγνωσιν μάλιστα τῆς Ἁμαρτωλῶν Σωτηρίας κατέγινε πολύ, διότι τὸ βιβλίον τοῦτο, λέγει, εἶχεν ὁσάκις ἦτο εὔκαιρος εἰς τὰς χεῖράς του, διὰ νὰ σβύσῃ τὴν φιλομάθειάν του.»
Οὐδὲν σχόλιον.
[Ἀργότερα μαθητεύει στὸν Τυρναβίτη ἱερέα, λόγιο, διδάσκαλο καὶ ἱεροκήρυκα Ἰωάννη Πέζαρο, γιὰ τὸν ὁποῖον γράφει ὁ Κούμας ὅτι ἐὰν ἐσπούδαζεν [ὁ Πέζαρος] εἰς Πανεπιστήμιον τῆς Εὐρώπης, θὰ ἐσκίαζε πολὺ τὴν δόξαν τοῦ Εὐγένιου Βουλγάρεως.]
Οὐδὲν σχόλιον.
[Ἀργότερα...] «Ὁ μητροπολίτης Λαρίσης Διονύσιος Καλλιάρχης, φιλόμουσος, μεγαλόδωρος καὶ ζηλωτὴς τοῦ καλοῦ ἀρχιερεύς, ἐπροστάτευσεν τὸν Κούμαν, τὸν παρέλαβεν, ἀναχωρῶν εἰς Κωνσταντινούπολιν, μαζί του, καὶ τὸν συνέστησεν εἰς τὸν τότε μέγαν διερμηνέα Κωνσταντῖνον Ὑψηλάντην.»
Οὐδὲν σχόλιον.
[Ὁ Κούμας ἐπιστρέφει ἀργότερα στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του.]
«Ὁ Κούμας ἐγκαθίσταται διδάσκαλος τοῦ ἀρτισυστάτου σχολείου τῆς Λαρίσης. Τοῦ σχολείου τούτου ἡ λειτουργία εἶχε διακοπῆ ἐπὶ τριάκοντα ἔτη περίπου, ἀπὸ τῶν ταραχῶν δηλονότι, αἵτινες καὶ ἐν Θεσσαλίᾳ ἐξηγέρθησαν ἕνεκα τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ 1770 μέχρι τοῦ ἔτους 1798, κατὰ τὸ ὁποῖον κατώρθωσεν ὁ Καλλιάρχης νὰ τὸ ἀνασυστήσῃ.
«Ἀλλ᾿ ὁ Κούμας δὲν ἐδίδαξεν ἐπὶ πολὺ εἰς τὴν Λάρισαν. Οἱ Γιανίτσαροι, λέγει ἦσαν ἐν Θεσσαλίᾳ τόσον θηριώδεις, ὥστε καὶ ἐκεῖνος, ὅπως ὅλοι οἱ χριστιανοὶ κάτοικοι αὐτῆς, δὲν εὔρισκεν ἡσυχίαν.»
...Κι ἐδῶ ξαναδιαβάζω, καὶ ξαναδιαβάζω, καὶ ξαναδιαβάζω, ἀπορῶν τὶ δὲν καταλαβαίνω, ἐγὼ ποὺ εἶχα μάθει άπὸ Ρεπούση- Φραγκουδάκη- Λιάκο- Μπουκάλα καὶ «λοιπὲς δημοκρατικὲς δυνάμεις» ὅτι... «οὐδέποτε οἱ τοῦρκοι ἐμπόδισαν τὴν ἐκπαίδευση»!
[...]
Χριστὸς Ἀνέστη!
Ὑ.Γ. Στὸ ἴδιο τεῦχος τῆς «Μελέτης» ὑπάρχει μία πολὺ ἐνδιαφέρουσα δημοσίευσις τοῦ Κρουμβάχερ γιὰ τὸν «Νέον Θησαυρὸν τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης», τὴν ὁποίαν θὰ σχολιάσω προσεχῶς.
2 σχόλια:
Ευχαριστούμε, πολύ ενδιαφέρον.
Εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο .... ευχαριστούμε πολύ για την ενημέρωση !!!
Δημοσίευση σχολίου