Ἔγραφα στὶς 27 Σεπτ., «Ἡ τραγῳδία τῆς ζωῆς μου - Χωρισμὸς κράτους καὶ ἐκκλησίας τώρα!», ἀλλά, τώρα ποὺ ξαναδιαβάζω τὰ σχόλια, ἔχω τὴν ἐντύπωσι ὅτι δὲν ἔγινα ἀπολύτως κατανοητός. Ξανατονίζω λοιπὸν ὅτι, ὅσον ἀφορᾷ στὸ ζήτημα τῆς ὁρκωμοσίας, δὲν ἀσχολήθηκα κἂν μὲ τὸ ἂν πιστεύει κάποιος ἢ ὄχι, οὔτε μὲ τὸ δικαίωμα τῆς ἀνεξιθρησκείας, ἀλλὰ μὲ τὸν σεβασμὸ πρὸς τὴν πόλιν.
Συμπληρωματικῶς, τρία κείμενα, γιὰ νὰ καταλάβουμε τὴν διαφορά:
Κείμενον 1ον: Ἡ κ. Βασιλεία Παπαρήγα γράφει στὸν «Ριζοσπάστη»:
«Το ΚΚΕ από την είσοδό του στη Βουλή το 1974 έχει κατακτήσει το δικαίωμα να μη μετέχει στη θρησκευτική τελετή της ορκωμοσίας, με μια στάση αξιοπρέπειας, λεβεντιάς, χωρίς υστερίες και τυμπανοκρουσίες. Μια στάση που αναδεικνύει την άτεγκτη θέση του από κάθε θεοκρατικό θεσμό που κρατά το λαό δούλο της καπιταλιστικής εξουσίας, αλλά και το σεβασμό στο ατομικό δικαίωμα κάθε πολίτη να πιστεύει στο όποιο δόγμα. Αλήθεια, σε τι αποσκοπούν οι «εφετζίδικες» δηλώσεις των βουλευτών του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. ότι εκείνοι θα ορκιστούν μόνο στην τιμή τους και η επιδεικτική αποχώρησή τους την ώρα του αγιασμού;»
Συγκρίνετε τὴν σοβαρότητα τῆς στάσεως τοῦ ΚΚΕ -τοῦ δογματικοῦ, ἀθέου, ὅ,τι θέλετε, ΚΚΕ!-, τὸ ὁποῖο πάντως παρίσταται στὴν πολιτικὴ τελετὴ τῆς ὁρκωμοσίας (ἁπλῶς οἱ ἄνθρωποι δὲν κάνουν τὸν σταυρό τους), μὲ σεβασμὸ στοὺς θεσμούς, χωρὶς νὰ φωνασκεῖ, νὰ ὠρύεται καὶ νὰ προκαλεῖ, χωρὶς τοὺς θεατρινισμούς δηλαδή τοῦ ΣΥΡΙΖΑ.
Κείμενον 2ον: Γράφει ὁ Σαράντος Καργάκος στὸ μνημειῶδες ἔργο του «Ἱστορία τῶν ἀρχαίων Ἀθηνῶν»:
«Εἶναι δύσκολο νὰ καταλάβουμε τὴ θρησκευτικότητα τῶν Ἑλλήνων. Ἡ θρησκεία τους δὲν ἦταν δόγμα, ἀλλὰ ἕνα σύνολο τελετουργιῶν, στὶς ὁποῖες ὀφειλόταν ἀπόλυτος σεβασμός. Οἱ Ἀθηναῖοι μπορεῖ ὅλοι νὰ μὴν ἦσαν πιστοί, ἦσαν ὅμως εὐλαβεῖς. Ἡ ἀνευλάβεια ἦταν ἄγος, ποὺ ἔφερνε καταστροφή, ὅπως δειχνόταν μέσα ἀπὸ τὴ μυθολογική τους ροή. Γι᾿ αὐτὸ στὴν πιὸ φωτεινὴ γιὰ τὴν Ἀθήνα στιγμή, στὴν ἐποχὴ τοῦ Περικλῆ, εἶχε ἐκδοθεῖ ψήφισμα ποὺ ἀπαγόρευε συζητήσεις γιὰ τὰ «θεῖα πράγματα», συζητήσεις ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ προκλέσουν ρηγματώσεις στὴν πίστη. Οἱ καινοτόμοι Ἀθηναῖοι πίστευαν πὼς ἡ παράδοση σώζει. Δὲν χρειάζονταν κάποιο σύγχρονο διανοητὴ σὰν τὸν πολὺ ἀξιόλογο Ροζὶς Ντεμπραί, γιὰ νὰ τοὺς γράψει ἕνα βιβλίο τοῦ τύπου «Θεός, ἕνα δρομολόγιο», καὶ νὰ τοὺς πεῖ ὅτι ἡ θρησκευτικότητα εἶναι σηματοδότης ταυτότητας, καὶ συνεπῶς, ὅταν σβήνεις τὰ σήματα, δημιουργεῖς ἕνα κενὸ στὴν κοινωνικὴ συνοχή. Αὐτὸ τονίζουμε ἀπὸ τὴν ἀρχή: ἡ θρησκεία, πέρα ἀπὸ ἄλλη ἀποστολὴ ποὺ σχετίζεται μὲ τὸ πνεῦμα καὶ τὴν ψυχή, εἶναι στοιχεῖο κοινωνικῆς καὶ πολιτικῆς συνοχῆς. Ἀπομάκρυνση ἀπὸ αὐτὴ δημιουργεῖ χαοτικὲς καταστάσεις κάθε λογῆς, ποὺ ἀκολοῦθως ὠθοῦν σὲ παλινδρομήσεις ποὺ δὲν βοηθοῦν τὴν πρόοδο. Ὅποιος κόβει τὶς ρίζες του στὴν γῆ, ὅταν νιώσει μετέωρος, θὰ αἰσθανθεῖ τὴν ἀνάγκη νὰ τὶς ζητήσει στὸν οὐρανό, ἀλλὰ τότε δὲν θὰ εἶναι ρίζες, θὰ εἶναι ὀπτασίες, ποὺ ίσως κάνουν κακό. Τὸ ἤξεραν οἱ Ἀθηναῖοι αὐτό, καὶ γι᾿ αὐτὸ ἦσαν κρατημένοι στὰ πάτρια.»
Κείμενον 3ον: Ἀπὸ τὸν εξαιρετικὸ ἀρθρογράφο τῆς ἐφημερίδος τῶν Ἰωαννίνων «Πρωινὸς Λόγος», Φίλιππο Κρομμύδα, «Ἡ σημασία τοῦ ὅρκου», 9 Ὀκτ. 2007:
«Πριν λίγες μέρες, έλαβε χώρα η ορκωμοσία των νεοεκλεγέντων βουλευτών της βουλής που προέκυψε από τις εκλογές της 16ης Σεπτεμβρίου.
Χωρίς έκπληξη είδαμε τότε, όλους τους προοδευτικούς βουλευτές να αρνούνται να υψώσουν το χέρι και να δώσουν τον όρκο τον οποίο προβλέπει το σύνταγμα ως προϋπόθεση αποκτήσεως της βουλευτικής ιδιότητας.
Στρογγυλοκάθισαν απλώς στα έδρανα της βουλής, και ανέλαβαν τα βουλευτικά των καθήκοντα, χωρίς να δικαιούνται, με πραξικόπημα, το οποίο δυστυχώς, δεν διέγειρε τα ευαίσθητα δημοκρατικά ανακλαστικά πολλών Ηρακλειδών της δημοκρατίας στην χώρα αυτή. Όλοι εσιώπησαν.
Ανέχθηκαν την κωμική σκηνή, όπου οι μισοί βουλευτές ορκίζονταν πίστη στην συνταγματική νομιμότητα ενώ ταυτοχρόνως δίπλα των μια άλλη ομάδα βουλευτών την καταπατούσε. Είναι βλέπετε προοδευτικοί κι όλοι στέκονται σούζα μπροστά των, διότι είναι αυτοί κι όχι το σύνταγμα, που καθορίζουν την πολιτική ορθότητα σ’ αυτήν την έρμη χώρα.
Για την πράξη των αυτή, οι προοδευτικοί βουλευτές, δεν προέβαλαν ως δικαιολογία το πραγματικό κίνητρό των, που είναι η αποκοπή του Ελληνισμού από τις παραδόσεις του και την ιστορική του συνέχεια, ώστε να χάσει την εσωτερική συνοχή του και να καταστεί ευάλωτος στις δυνάμεις που τον επιβουλεύονται, παρά θόλωσαν τα νερά προβάλλοντας, ως συνήθως, ένα πρόσχημα. Συγκεκριμένα επικαλέσθηκαν το δικαίωμά των στην ανεξιθρησκία.
Μια όμως απλή ανάγνωση του σχετικού άρθρου του συντάγματος πείθει τον αναγνώστη, ότι το σύνταγμα όχι μόνον δεν παραβιάζει την αρχή της ανεξιθρησκίας άλλα την διαφυλάττει, προβλέποντας τυπικό ορκωμοσίας για κάθε θρησκευτική ή δογματική απόκλιση.
Παραθέτω παρακάτω το σχετικό άρθρο του συντάγματος, για να κρίνει ο ίδιος αναγνώστης, πόσο απέχουν οι λόγοι που επικαλέστηκαν οι προοδευτικοί από την πραγματικότητα κι΄ ακόμα πόσο σέβονται και εφαρμόζουν αυτοί οι …κουλτουριάρηδες την συνταγματική νομιμότητα για την οποία τόσο πολύ δείχνουν ότι κόπτονται. Αναφέρει λοιπόν το άρθρο 59:
1. Oι βoυλευτές πριν αναλάβoυν τα καθήκoντά τoυς δίνoυν στo Boυλευτήριo και σε δημόσια συνεδρίαση τoν ακόλoυθo όρκo:
"Oρκίζoμαι στo όνoμα της Aγίας και Oμooύσιας και Aδιαίρετης Tριάδας να είμαι πιστός στην Πατρίδα και τo δημoκρατικό πoλίτευμα, να υπακoύω στo Σύνταγμα και τoυς νόμoυς και να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκoντά μου".
2. Αλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι βουλευτές δίνουν τον ίδιο όρκο σύμφωνα με τoν τύπo της δικής τoυς θρησκείας ή τoυ δικoύ τoυς δόγματος.
3. Boυλευτές πoυ ανακηρύσσoνται όταν η Boυλή απoυσιάζει δίνoυν τoν όρκo στo Tμήμα της πoυ λειτουργεί.
Όπως λοιπόν φαίνεται, ο συνταγματικός νομοθέτης, δεν αφήνει κανένα περιθώριο διαφυγής από την ορκωμοσία. Δεν προβλέπει δε, ούτε αναφέρει τίποτα γι’ αυτήν την σούπα που θέλουν να μας σερβίρουν οι κουλτουριάρηδες, δηλαδή να ορκίζονται στην συνείδησή των.
Θέλουν, να αποφύγουν μια ηθική δέσμευση, που αποκαλύπτει την ηθική των ταυτότητα. Θέλουν να ζουν στην ηθική σκιά ώστε να δρουν ανενόχλητοι και να μην χρεώνεται το σύστημά των τις παρασπονδίες των. Αποδέχονται μόνο την ατομική ευθύνη γι’ αυτό επικαλούνται ως εγγυητή της μαρτυρίας των τον …εαυτόν των. Θαύμα, Γιάννης πίνει Γιάννης κερνάει.
Υποκρίνονται ότι ονειρεύονται μια κοινωνία αποτελούμενη από άτομα ξεκάρφωτα, αυθαίρετα, ανένταχτα γεμάτα αναιδή ατομικά δικαιώματα. Αυτό το κάνουν όμως για να κολακέψουν το άτομο, να το αλλοτριώσουν, να το στρατολογήσουν και να το κάνουν να στραφεί εναντίον του υπάρχοντος καθεστώτος, με απώτερο στόχο να αποδιοργανώσουν και να αποσαθρώσουν την κοινωνία, επί των ερειπίων της οποίας θέλουν να ανεγείρουν την δική των αυτοκρατορία. Την αυτοκρατορία της παγκοσμιοποίησης, εντός της οποίας όμως το άτομο θα φέρνει τότε πολύ βαρύτερες αλυσίδες ανελευθερίας και δουλείας.
Η υποκρισία των αποκαλύπτεται από τις αντιφάσεις των. Θεωρούν «ανθρώπινο δικαίωμα» την ελευθερία του ατόμου στην επιλογή θρησκεύματος ή σεξουαλικού προσανατολισμού, άλλα απαγορεύουν την ίδια στιγμή στο άτομο να επιλέξει τον γιατρό του ή τον δάσκαλο των παιδιών του, την κατεύθυνση της παιδείας του ή τον ασφαλιστικό του φορέα. Αυτό φαίνεται από την σκληρή πολεμική που εξαπολύουν εναντίον της αναθεωρήσεως του άρθρου 16 του συντάγματος και από την απαίτησή των όλα τα παραπάνω να παρέχονται από κρατικά μονοπώλια.
Ο λόγος όμως για τον οποίον ο Ελληνικός λαός, μέσω του συνταγματικού νομοθέτη, υποχρεώνει τους βουλευτές να δώσουν τον παραπάνω όρκο, είναι γιατί θέλει ακριβώς να τους δεσμεύσει ηθικώς, να λειτουργήσουν, κατά την διάρκεια της εξασκήσεως των καθηκόντων των στο κοινοβούλιο, με τιμιότητα, ειλικρίνεια, και ευσυνειδησία.
Φαίνεται ότι ο συνταγματικός νομοθέτης, και δι’ αυτού ο λαός, πιστεύουν ότι τα ανωτέρω απαραίτητα χαρακτηριστικά της πολιτικής συμπεριφοράς δεν είναι δυνατόν να εξασφαλιστούν μέσω των συνηθισμένων μέσων που αποδέχονται οι προοδευτικοί, δηλαδή της γραφειοκρατίας. Θεωρούν, και δικαιολογημένα, ότι το ήθος δεν νομοθετείται, και ότι απαιτείται ξεχωριστή, ειδική διαδικασία για να επισημανθεί η σημασία του στην λειτουργία του πολιτεύματος. Αυτή κατά την γνώμη του νομοθέτη είναι η ορκωμοσία.
Έχει κάποιο πρακτικό αποτέλεσμα η διαδικασία αυτή, της ορκωμοσίας; Αμφιβάλω. Σε μια εποχή που το ήθος έχει εκπέσει παντελώς ως κοινωνικό ζητούμενο και απουσιάζει από κάθε εκδήλωση ανθρώπινης συμπεριφοράς, το να ζητάει κανείς ηθική δέσμευση δεν είναι παρά μια ουτοπία.
Εν τούτοις η απαίτηση αυτή σηματοδοτεί, μια εμμονή της κοινωνίας, μια απαίτηση να δώσει βάρος στην ηθική υπόσταση της ανθρώπινης προσωπικότητος και να υπογραμμίσει την σημασία της ηθικής διάστασης της κοινωνίας.
Αυτό ακριβώς είναι το σημείο το οποίο διαφωνούν οι προοδευτικοί και αδυνατούν να κατανοήσουν, δηλαδή μια κοινωνία με ηθική διάσταση.
Δεν μπορούν να καταλάβουν ότι υπάρχουν πράγματα μη υλικά, μη ορατά, μη ελεγχόμενα πολιτικώς και γραφειοκρατικώς, μη επιδεχόμενα μετρήσεως και ελέγχου, πολλές φορές δε μη δυνάμενα ακόμη και να εκφραστούν δια λόγων, που διαδραματίζουν όμως αποφασιστικό ρόλο στην λειτουργία της κοινωνίας και του πολιτεύματός της.
Όλοι οι άγραφοι κανόνες που διέπουν την ανθρώπινη συμπεριφορά, τα συλλογικά υπονοούμενα, τα σιωπηλά συμπεφωνημένα, παραδόσεις διάχυτες, συνήθειες και ευαισθησίες ανέκφραστες, αποτελούν το υπόβαθρο που αποκαλούμε κοινωνικό ήθος το οποίο οδηγεί την ανθρώπινη συμπεριφορά και καθορίζει αποφασιστικά το πολιτικό και το κοινωνικό γίγνεσθαι.
Αυτά δεν τα δέχονται οι προοδευτικοί. Δεν τα λαμβάνουν υπ’ όψιν των στην ανάλυση της κοινωνίας και της πολιτικής πραγματικότητας. Πιστεύουν ότι ο άνθρωπος αποτελείται μόνον από ...άντερα η δε κοινωνία χαρακτηρίζεται και οδηγείται από την γραφειοκρατία. Ίσως αυτός να είναι ο λόγος για τον οποίον απέτυχαν παταγωδώς όπου επιχείρησαν να εφαρμόσουν τις πολιτικές των ιδέες.
Μια άλλη δικαιολογία που προβάλλουν για την κατάργηση του όρκου, όχι μόνον από την βουλή, άλλα κι’ από τα δικαστήρια, από την ανάληψη καθηκόντων των δημοσίων υπαλλήλων, των δημοτικών αρχών και άλλων, είναι το ότι θέλουν, όπως ισχυρίζονται, τον διαχωρισμό κράτους και εκκλησίας.
Πάλι εδώ υποκρίνονται και προβάλουν ως πρόσχημα τον παραπάνω διαχωρισμό. Αν ήταν ειλικρινείς θα έπρεπε να ενοχλούνται πολύ περισσότερο και να φροντίσουν κατά προτεραιότητα να τακτοποιήσουν τον δικό των χώρο, τον πολιτικό, διαχωρίζοντας το κόμμα από την κυβέρνηση, την εκτελεστική εξουσία από την νομοθετική και την δικαστική, καθώς και την προεδρία από την νομοθετική και την εκτελεστική.
Μέσα σ’ αυτή την πολιτική σαλάτα όπου ο πρωθυπουργός διορίζει τον πρόεδρο της δημοκρατίας, τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου, τον πρόεδρο της Βουλής, τον αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων, εισηγείται δε και ψηφίζει τα νομοσχέδια που θέλει και μόνον αυτά, είναι αστείο να μιλάμε για δημοκρατικό πολίτευμα.
Το ότι τίποτε απ’ αυτά δεν φαίνεται να τους ενοχλεί, παρά ο χωρισμός κράτους και εκκλησίας δείχνει την υποκριτική των διάθεση. Νομίζω ότι ο λόγος είναι το ότι ο πρωθυπουργός δεν διορίζει και τον αρχιεπίσκοπο. Ίσως αν διόριζε κι’ αυτόν, και ελέγχονταν από το πολιτικό κατεστημένο να μην ενοχλούνταν από την γνώμη της εκκλησίας.
Ας προσπαθήσουμε όμως να προσδιορίσουμε την κοινωνική και πολιτική σημασία της ορκωμοσίας.
Αυτός που ορκίζεται ομολογεί ορισμένα πράγματα. Πρώτον ότι αποδέχεται την ηθική συνιστώσα της ανθρώπινης προσωπικότητας και την ηθική διάσταση της κοινωνίας.
Δεύτερον δηλώνει ότι ο ίδιος ανήκει στο συγκεκριμένο σύστημα πολιτισμού που επικαλείται δια του όρκου του και υπενθυμίζει την προσφορά του συστήματος αυτού και την συμβολή του στην κοινωνική και πολιτισμικη πρόοδο, πράγματα που εγγυώνται την αξιοπιστία του.
Τρίτο παρουσιάζει το σύστημα ιδεών και αξιών στο οποίο πιστεύει και εφαρμόζει στην ζωή του καθώς και την κοινωνική ομάδα έναντι της οποίας είναι ηθικώς υπόλογος.
Εμφανίζει τέλος τα σημεία και τα σύμβολα αναγνωρισιμότητας της ηθικής που τον διέπει και της ομάδος με την οποία ταυτίζεται και έναντι των οποίων αναλαμβάνει την ευθύνη να μην τους εκθέσει παραβαίνοντας τον όρκο που δίνει.
Αυτή είναι η κοινωνική και η πολιτική σημασία του όρκου, απελευθερωμένη από κάθε συγκεκριμένο θρησκευτικό ή ιδεολογικό περιεχόμενο. Η ανάληψη δηλαδή της ηθικής δέσμευσης και ευθύνης έναντι μιας ιδεολογίας, μιας ομάδος ανθρώπων και ενός συνόλου συμβόλων.
Είναι ακόμη η εξασφάλιση της κοινωνικής διαφάνειας, ώστε να μην κινείται η ανθρώπινη συμπεριφορά στα σκιερά μονοπάτια του αποκρυφισμού και της συνομωσίας, της υποκρισίας και του ψεύδους.
Τίποτα από τα παραπάνω δεν εξασφαλίζει ένας όρκος στην «συνείδηση» του ορκιζόμενου. Τίποτα δεν γνωρίζουμε γι’ αυτήν την συνείδηση και δεν επιφέρει καμιά ηθική συνέπεια σε μια γραφειοκρατική κοινωνία, όπου οι σχέσεις των ανθρώπων διέπονται μόνο από νομικούς κανόνες. Ο όρκος στην συνείδηση είναι ένα ακόμη ιδεολόγημα με το οποίο προσπαθούν να μας κοροϊδέψουν οι προοδευτικοί για να μην δεσμεύονται ώστε να μπορούν να δρουν υπογείως παρακάμπτοντας εύκολα μια δαιδαλώδη γραφειοκρατία.
Αν σ’ αυτό προσθέσει κανείς και την αρχή προσωπικών δεδομένων που προστατεύει το άτομο από κάθε «αδιάκριτο» βλέμμα, τότε αυτό καθίσταται ασύδοτο, πέρα από κάθε κοινωνικό έλεγχο, υποκείμενο μόνο στον έλεγχο του χωροφύλακα. Αποτέλεσμα, ένα αστυνομοκρατούμενο αυταρχικό καθεστώς.
Εντός του πλαισίου των παραπάνω σκέψεων θα μπορούσε να αποδεχθεί κανείς και κάποιο άλλο είδους όρκου, ας τον ονομάσουμε πολιτικό όρκο, αρκεί να ικανοποιούσε τα χαρακτηριστικά που προαναφέρθηκαν. Να συμβολίζει δηλαδή και να εκφράζει το ήθος μιας συγκεκριμένης ομάδας με την οποία ο ορκιζόμενος δηλώνει ότι ταυτίζεται και η οποία θα έπαιρνε το κόστος σε περίπτωση επιορκίας του. Μιας ομάδος έναντι της οποίας είναι υπόλογος και η οποία εγγυάται γι’ αυτόν και ασκεί έλεγχο και επίβλεψη.
Έτσι, ένας μαρξιστής π.χ. θα μπορούσε να ορκισθεί στο Κεφάλαιο του Μάρξ, ένας κομμουνιστής στο σφυροδρέπανο, ως εκφραστή της ιδεολογίας και της ιστορίας του ΚΚΕ, ένας τέλος οπαδός της Γαλλικής επαναστάσεως και των ιδεών της. θα μπορούσε να ορκιστεί, αν ενοχλείται από το ευαγγέλιο ή τον σταυρό, στην… λαιμητόμο.»
...
Διαβάστε ἐπίσης: Ὁ ὅρκος τῶν Ἀθηναίων ἐφήβων.
Συμπληρωματικῶς, τρία κείμενα, γιὰ νὰ καταλάβουμε τὴν διαφορά:
Κείμενον 1ον: Ἡ κ. Βασιλεία Παπαρήγα γράφει στὸν «Ριζοσπάστη»:
«Το ΚΚΕ από την είσοδό του στη Βουλή το 1974 έχει κατακτήσει το δικαίωμα να μη μετέχει στη θρησκευτική τελετή της ορκωμοσίας, με μια στάση αξιοπρέπειας, λεβεντιάς, χωρίς υστερίες και τυμπανοκρουσίες. Μια στάση που αναδεικνύει την άτεγκτη θέση του από κάθε θεοκρατικό θεσμό που κρατά το λαό δούλο της καπιταλιστικής εξουσίας, αλλά και το σεβασμό στο ατομικό δικαίωμα κάθε πολίτη να πιστεύει στο όποιο δόγμα. Αλήθεια, σε τι αποσκοπούν οι «εφετζίδικες» δηλώσεις των βουλευτών του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. ότι εκείνοι θα ορκιστούν μόνο στην τιμή τους και η επιδεικτική αποχώρησή τους την ώρα του αγιασμού;»
Συγκρίνετε τὴν σοβαρότητα τῆς στάσεως τοῦ ΚΚΕ -τοῦ δογματικοῦ, ἀθέου, ὅ,τι θέλετε, ΚΚΕ!-, τὸ ὁποῖο πάντως παρίσταται στὴν πολιτικὴ τελετὴ τῆς ὁρκωμοσίας (ἁπλῶς οἱ ἄνθρωποι δὲν κάνουν τὸν σταυρό τους), μὲ σεβασμὸ στοὺς θεσμούς, χωρὶς νὰ φωνασκεῖ, νὰ ὠρύεται καὶ νὰ προκαλεῖ, χωρὶς τοὺς θεατρινισμούς δηλαδή τοῦ ΣΥΡΙΖΑ.
Κείμενον 2ον: Γράφει ὁ Σαράντος Καργάκος στὸ μνημειῶδες ἔργο του «Ἱστορία τῶν ἀρχαίων Ἀθηνῶν»:
«Εἶναι δύσκολο νὰ καταλάβουμε τὴ θρησκευτικότητα τῶν Ἑλλήνων. Ἡ θρησκεία τους δὲν ἦταν δόγμα, ἀλλὰ ἕνα σύνολο τελετουργιῶν, στὶς ὁποῖες ὀφειλόταν ἀπόλυτος σεβασμός. Οἱ Ἀθηναῖοι μπορεῖ ὅλοι νὰ μὴν ἦσαν πιστοί, ἦσαν ὅμως εὐλαβεῖς. Ἡ ἀνευλάβεια ἦταν ἄγος, ποὺ ἔφερνε καταστροφή, ὅπως δειχνόταν μέσα ἀπὸ τὴ μυθολογική τους ροή. Γι᾿ αὐτὸ στὴν πιὸ φωτεινὴ γιὰ τὴν Ἀθήνα στιγμή, στὴν ἐποχὴ τοῦ Περικλῆ, εἶχε ἐκδοθεῖ ψήφισμα ποὺ ἀπαγόρευε συζητήσεις γιὰ τὰ «θεῖα πράγματα», συζητήσεις ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ προκλέσουν ρηγματώσεις στὴν πίστη. Οἱ καινοτόμοι Ἀθηναῖοι πίστευαν πὼς ἡ παράδοση σώζει. Δὲν χρειάζονταν κάποιο σύγχρονο διανοητὴ σὰν τὸν πολὺ ἀξιόλογο Ροζὶς Ντεμπραί, γιὰ νὰ τοὺς γράψει ἕνα βιβλίο τοῦ τύπου «Θεός, ἕνα δρομολόγιο», καὶ νὰ τοὺς πεῖ ὅτι ἡ θρησκευτικότητα εἶναι σηματοδότης ταυτότητας, καὶ συνεπῶς, ὅταν σβήνεις τὰ σήματα, δημιουργεῖς ἕνα κενὸ στὴν κοινωνικὴ συνοχή. Αὐτὸ τονίζουμε ἀπὸ τὴν ἀρχή: ἡ θρησκεία, πέρα ἀπὸ ἄλλη ἀποστολὴ ποὺ σχετίζεται μὲ τὸ πνεῦμα καὶ τὴν ψυχή, εἶναι στοιχεῖο κοινωνικῆς καὶ πολιτικῆς συνοχῆς. Ἀπομάκρυνση ἀπὸ αὐτὴ δημιουργεῖ χαοτικὲς καταστάσεις κάθε λογῆς, ποὺ ἀκολοῦθως ὠθοῦν σὲ παλινδρομήσεις ποὺ δὲν βοηθοῦν τὴν πρόοδο. Ὅποιος κόβει τὶς ρίζες του στὴν γῆ, ὅταν νιώσει μετέωρος, θὰ αἰσθανθεῖ τὴν ἀνάγκη νὰ τὶς ζητήσει στὸν οὐρανό, ἀλλὰ τότε δὲν θὰ εἶναι ρίζες, θὰ εἶναι ὀπτασίες, ποὺ ίσως κάνουν κακό. Τὸ ἤξεραν οἱ Ἀθηναῖοι αὐτό, καὶ γι᾿ αὐτὸ ἦσαν κρατημένοι στὰ πάτρια.»
Κείμενον 3ον: Ἀπὸ τὸν εξαιρετικὸ ἀρθρογράφο τῆς ἐφημερίδος τῶν Ἰωαννίνων «Πρωινὸς Λόγος», Φίλιππο Κρομμύδα, «Ἡ σημασία τοῦ ὅρκου», 9 Ὀκτ. 2007:
«Πριν λίγες μέρες, έλαβε χώρα η ορκωμοσία των νεοεκλεγέντων βουλευτών της βουλής που προέκυψε από τις εκλογές της 16ης Σεπτεμβρίου.
Χωρίς έκπληξη είδαμε τότε, όλους τους προοδευτικούς βουλευτές να αρνούνται να υψώσουν το χέρι και να δώσουν τον όρκο τον οποίο προβλέπει το σύνταγμα ως προϋπόθεση αποκτήσεως της βουλευτικής ιδιότητας.
Στρογγυλοκάθισαν απλώς στα έδρανα της βουλής, και ανέλαβαν τα βουλευτικά των καθήκοντα, χωρίς να δικαιούνται, με πραξικόπημα, το οποίο δυστυχώς, δεν διέγειρε τα ευαίσθητα δημοκρατικά ανακλαστικά πολλών Ηρακλειδών της δημοκρατίας στην χώρα αυτή. Όλοι εσιώπησαν.
Ανέχθηκαν την κωμική σκηνή, όπου οι μισοί βουλευτές ορκίζονταν πίστη στην συνταγματική νομιμότητα ενώ ταυτοχρόνως δίπλα των μια άλλη ομάδα βουλευτών την καταπατούσε. Είναι βλέπετε προοδευτικοί κι όλοι στέκονται σούζα μπροστά των, διότι είναι αυτοί κι όχι το σύνταγμα, που καθορίζουν την πολιτική ορθότητα σ’ αυτήν την έρμη χώρα.
Για την πράξη των αυτή, οι προοδευτικοί βουλευτές, δεν προέβαλαν ως δικαιολογία το πραγματικό κίνητρό των, που είναι η αποκοπή του Ελληνισμού από τις παραδόσεις του και την ιστορική του συνέχεια, ώστε να χάσει την εσωτερική συνοχή του και να καταστεί ευάλωτος στις δυνάμεις που τον επιβουλεύονται, παρά θόλωσαν τα νερά προβάλλοντας, ως συνήθως, ένα πρόσχημα. Συγκεκριμένα επικαλέσθηκαν το δικαίωμά των στην ανεξιθρησκία.
Μια όμως απλή ανάγνωση του σχετικού άρθρου του συντάγματος πείθει τον αναγνώστη, ότι το σύνταγμα όχι μόνον δεν παραβιάζει την αρχή της ανεξιθρησκίας άλλα την διαφυλάττει, προβλέποντας τυπικό ορκωμοσίας για κάθε θρησκευτική ή δογματική απόκλιση.
Παραθέτω παρακάτω το σχετικό άρθρο του συντάγματος, για να κρίνει ο ίδιος αναγνώστης, πόσο απέχουν οι λόγοι που επικαλέστηκαν οι προοδευτικοί από την πραγματικότητα κι΄ ακόμα πόσο σέβονται και εφαρμόζουν αυτοί οι …κουλτουριάρηδες την συνταγματική νομιμότητα για την οποία τόσο πολύ δείχνουν ότι κόπτονται. Αναφέρει λοιπόν το άρθρο 59:
1. Oι βoυλευτές πριν αναλάβoυν τα καθήκoντά τoυς δίνoυν στo Boυλευτήριo και σε δημόσια συνεδρίαση τoν ακόλoυθo όρκo:
"Oρκίζoμαι στo όνoμα της Aγίας και Oμooύσιας και Aδιαίρετης Tριάδας να είμαι πιστός στην Πατρίδα και τo δημoκρατικό πoλίτευμα, να υπακoύω στo Σύνταγμα και τoυς νόμoυς και να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκoντά μου".
2. Αλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι βουλευτές δίνουν τον ίδιο όρκο σύμφωνα με τoν τύπo της δικής τoυς θρησκείας ή τoυ δικoύ τoυς δόγματος.
3. Boυλευτές πoυ ανακηρύσσoνται όταν η Boυλή απoυσιάζει δίνoυν τoν όρκo στo Tμήμα της πoυ λειτουργεί.
Όπως λοιπόν φαίνεται, ο συνταγματικός νομοθέτης, δεν αφήνει κανένα περιθώριο διαφυγής από την ορκωμοσία. Δεν προβλέπει δε, ούτε αναφέρει τίποτα γι’ αυτήν την σούπα που θέλουν να μας σερβίρουν οι κουλτουριάρηδες, δηλαδή να ορκίζονται στην συνείδησή των.
Θέλουν, να αποφύγουν μια ηθική δέσμευση, που αποκαλύπτει την ηθική των ταυτότητα. Θέλουν να ζουν στην ηθική σκιά ώστε να δρουν ανενόχλητοι και να μην χρεώνεται το σύστημά των τις παρασπονδίες των. Αποδέχονται μόνο την ατομική ευθύνη γι’ αυτό επικαλούνται ως εγγυητή της μαρτυρίας των τον …εαυτόν των. Θαύμα, Γιάννης πίνει Γιάννης κερνάει.
Υποκρίνονται ότι ονειρεύονται μια κοινωνία αποτελούμενη από άτομα ξεκάρφωτα, αυθαίρετα, ανένταχτα γεμάτα αναιδή ατομικά δικαιώματα. Αυτό το κάνουν όμως για να κολακέψουν το άτομο, να το αλλοτριώσουν, να το στρατολογήσουν και να το κάνουν να στραφεί εναντίον του υπάρχοντος καθεστώτος, με απώτερο στόχο να αποδιοργανώσουν και να αποσαθρώσουν την κοινωνία, επί των ερειπίων της οποίας θέλουν να ανεγείρουν την δική των αυτοκρατορία. Την αυτοκρατορία της παγκοσμιοποίησης, εντός της οποίας όμως το άτομο θα φέρνει τότε πολύ βαρύτερες αλυσίδες ανελευθερίας και δουλείας.
Η υποκρισία των αποκαλύπτεται από τις αντιφάσεις των. Θεωρούν «ανθρώπινο δικαίωμα» την ελευθερία του ατόμου στην επιλογή θρησκεύματος ή σεξουαλικού προσανατολισμού, άλλα απαγορεύουν την ίδια στιγμή στο άτομο να επιλέξει τον γιατρό του ή τον δάσκαλο των παιδιών του, την κατεύθυνση της παιδείας του ή τον ασφαλιστικό του φορέα. Αυτό φαίνεται από την σκληρή πολεμική που εξαπολύουν εναντίον της αναθεωρήσεως του άρθρου 16 του συντάγματος και από την απαίτησή των όλα τα παραπάνω να παρέχονται από κρατικά μονοπώλια.
Ο λόγος όμως για τον οποίον ο Ελληνικός λαός, μέσω του συνταγματικού νομοθέτη, υποχρεώνει τους βουλευτές να δώσουν τον παραπάνω όρκο, είναι γιατί θέλει ακριβώς να τους δεσμεύσει ηθικώς, να λειτουργήσουν, κατά την διάρκεια της εξασκήσεως των καθηκόντων των στο κοινοβούλιο, με τιμιότητα, ειλικρίνεια, και ευσυνειδησία.
Φαίνεται ότι ο συνταγματικός νομοθέτης, και δι’ αυτού ο λαός, πιστεύουν ότι τα ανωτέρω απαραίτητα χαρακτηριστικά της πολιτικής συμπεριφοράς δεν είναι δυνατόν να εξασφαλιστούν μέσω των συνηθισμένων μέσων που αποδέχονται οι προοδευτικοί, δηλαδή της γραφειοκρατίας. Θεωρούν, και δικαιολογημένα, ότι το ήθος δεν νομοθετείται, και ότι απαιτείται ξεχωριστή, ειδική διαδικασία για να επισημανθεί η σημασία του στην λειτουργία του πολιτεύματος. Αυτή κατά την γνώμη του νομοθέτη είναι η ορκωμοσία.
Έχει κάποιο πρακτικό αποτέλεσμα η διαδικασία αυτή, της ορκωμοσίας; Αμφιβάλω. Σε μια εποχή που το ήθος έχει εκπέσει παντελώς ως κοινωνικό ζητούμενο και απουσιάζει από κάθε εκδήλωση ανθρώπινης συμπεριφοράς, το να ζητάει κανείς ηθική δέσμευση δεν είναι παρά μια ουτοπία.
Εν τούτοις η απαίτηση αυτή σηματοδοτεί, μια εμμονή της κοινωνίας, μια απαίτηση να δώσει βάρος στην ηθική υπόσταση της ανθρώπινης προσωπικότητος και να υπογραμμίσει την σημασία της ηθικής διάστασης της κοινωνίας.
Αυτό ακριβώς είναι το σημείο το οποίο διαφωνούν οι προοδευτικοί και αδυνατούν να κατανοήσουν, δηλαδή μια κοινωνία με ηθική διάσταση.
Δεν μπορούν να καταλάβουν ότι υπάρχουν πράγματα μη υλικά, μη ορατά, μη ελεγχόμενα πολιτικώς και γραφειοκρατικώς, μη επιδεχόμενα μετρήσεως και ελέγχου, πολλές φορές δε μη δυνάμενα ακόμη και να εκφραστούν δια λόγων, που διαδραματίζουν όμως αποφασιστικό ρόλο στην λειτουργία της κοινωνίας και του πολιτεύματός της.
Όλοι οι άγραφοι κανόνες που διέπουν την ανθρώπινη συμπεριφορά, τα συλλογικά υπονοούμενα, τα σιωπηλά συμπεφωνημένα, παραδόσεις διάχυτες, συνήθειες και ευαισθησίες ανέκφραστες, αποτελούν το υπόβαθρο που αποκαλούμε κοινωνικό ήθος το οποίο οδηγεί την ανθρώπινη συμπεριφορά και καθορίζει αποφασιστικά το πολιτικό και το κοινωνικό γίγνεσθαι.
Αυτά δεν τα δέχονται οι προοδευτικοί. Δεν τα λαμβάνουν υπ’ όψιν των στην ανάλυση της κοινωνίας και της πολιτικής πραγματικότητας. Πιστεύουν ότι ο άνθρωπος αποτελείται μόνον από ...άντερα η δε κοινωνία χαρακτηρίζεται και οδηγείται από την γραφειοκρατία. Ίσως αυτός να είναι ο λόγος για τον οποίον απέτυχαν παταγωδώς όπου επιχείρησαν να εφαρμόσουν τις πολιτικές των ιδέες.
Μια άλλη δικαιολογία που προβάλλουν για την κατάργηση του όρκου, όχι μόνον από την βουλή, άλλα κι’ από τα δικαστήρια, από την ανάληψη καθηκόντων των δημοσίων υπαλλήλων, των δημοτικών αρχών και άλλων, είναι το ότι θέλουν, όπως ισχυρίζονται, τον διαχωρισμό κράτους και εκκλησίας.
Πάλι εδώ υποκρίνονται και προβάλουν ως πρόσχημα τον παραπάνω διαχωρισμό. Αν ήταν ειλικρινείς θα έπρεπε να ενοχλούνται πολύ περισσότερο και να φροντίσουν κατά προτεραιότητα να τακτοποιήσουν τον δικό των χώρο, τον πολιτικό, διαχωρίζοντας το κόμμα από την κυβέρνηση, την εκτελεστική εξουσία από την νομοθετική και την δικαστική, καθώς και την προεδρία από την νομοθετική και την εκτελεστική.
Μέσα σ’ αυτή την πολιτική σαλάτα όπου ο πρωθυπουργός διορίζει τον πρόεδρο της δημοκρατίας, τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου, τον πρόεδρο της Βουλής, τον αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων, εισηγείται δε και ψηφίζει τα νομοσχέδια που θέλει και μόνον αυτά, είναι αστείο να μιλάμε για δημοκρατικό πολίτευμα.
Το ότι τίποτε απ’ αυτά δεν φαίνεται να τους ενοχλεί, παρά ο χωρισμός κράτους και εκκλησίας δείχνει την υποκριτική των διάθεση. Νομίζω ότι ο λόγος είναι το ότι ο πρωθυπουργός δεν διορίζει και τον αρχιεπίσκοπο. Ίσως αν διόριζε κι’ αυτόν, και ελέγχονταν από το πολιτικό κατεστημένο να μην ενοχλούνταν από την γνώμη της εκκλησίας.
Ας προσπαθήσουμε όμως να προσδιορίσουμε την κοινωνική και πολιτική σημασία της ορκωμοσίας.
Αυτός που ορκίζεται ομολογεί ορισμένα πράγματα. Πρώτον ότι αποδέχεται την ηθική συνιστώσα της ανθρώπινης προσωπικότητας και την ηθική διάσταση της κοινωνίας.
Δεύτερον δηλώνει ότι ο ίδιος ανήκει στο συγκεκριμένο σύστημα πολιτισμού που επικαλείται δια του όρκου του και υπενθυμίζει την προσφορά του συστήματος αυτού και την συμβολή του στην κοινωνική και πολιτισμικη πρόοδο, πράγματα που εγγυώνται την αξιοπιστία του.
Τρίτο παρουσιάζει το σύστημα ιδεών και αξιών στο οποίο πιστεύει και εφαρμόζει στην ζωή του καθώς και την κοινωνική ομάδα έναντι της οποίας είναι ηθικώς υπόλογος.
Εμφανίζει τέλος τα σημεία και τα σύμβολα αναγνωρισιμότητας της ηθικής που τον διέπει και της ομάδος με την οποία ταυτίζεται και έναντι των οποίων αναλαμβάνει την ευθύνη να μην τους εκθέσει παραβαίνοντας τον όρκο που δίνει.
Αυτή είναι η κοινωνική και η πολιτική σημασία του όρκου, απελευθερωμένη από κάθε συγκεκριμένο θρησκευτικό ή ιδεολογικό περιεχόμενο. Η ανάληψη δηλαδή της ηθικής δέσμευσης και ευθύνης έναντι μιας ιδεολογίας, μιας ομάδος ανθρώπων και ενός συνόλου συμβόλων.
Είναι ακόμη η εξασφάλιση της κοινωνικής διαφάνειας, ώστε να μην κινείται η ανθρώπινη συμπεριφορά στα σκιερά μονοπάτια του αποκρυφισμού και της συνομωσίας, της υποκρισίας και του ψεύδους.
Τίποτα από τα παραπάνω δεν εξασφαλίζει ένας όρκος στην «συνείδηση» του ορκιζόμενου. Τίποτα δεν γνωρίζουμε γι’ αυτήν την συνείδηση και δεν επιφέρει καμιά ηθική συνέπεια σε μια γραφειοκρατική κοινωνία, όπου οι σχέσεις των ανθρώπων διέπονται μόνο από νομικούς κανόνες. Ο όρκος στην συνείδηση είναι ένα ακόμη ιδεολόγημα με το οποίο προσπαθούν να μας κοροϊδέψουν οι προοδευτικοί για να μην δεσμεύονται ώστε να μπορούν να δρουν υπογείως παρακάμπτοντας εύκολα μια δαιδαλώδη γραφειοκρατία.
Αν σ’ αυτό προσθέσει κανείς και την αρχή προσωπικών δεδομένων που προστατεύει το άτομο από κάθε «αδιάκριτο» βλέμμα, τότε αυτό καθίσταται ασύδοτο, πέρα από κάθε κοινωνικό έλεγχο, υποκείμενο μόνο στον έλεγχο του χωροφύλακα. Αποτέλεσμα, ένα αστυνομοκρατούμενο αυταρχικό καθεστώς.
Εντός του πλαισίου των παραπάνω σκέψεων θα μπορούσε να αποδεχθεί κανείς και κάποιο άλλο είδους όρκου, ας τον ονομάσουμε πολιτικό όρκο, αρκεί να ικανοποιούσε τα χαρακτηριστικά που προαναφέρθηκαν. Να συμβολίζει δηλαδή και να εκφράζει το ήθος μιας συγκεκριμένης ομάδας με την οποία ο ορκιζόμενος δηλώνει ότι ταυτίζεται και η οποία θα έπαιρνε το κόστος σε περίπτωση επιορκίας του. Μιας ομάδος έναντι της οποίας είναι υπόλογος και η οποία εγγυάται γι’ αυτόν και ασκεί έλεγχο και επίβλεψη.
Έτσι, ένας μαρξιστής π.χ. θα μπορούσε να ορκισθεί στο Κεφάλαιο του Μάρξ, ένας κομμουνιστής στο σφυροδρέπανο, ως εκφραστή της ιδεολογίας και της ιστορίας του ΚΚΕ, ένας τέλος οπαδός της Γαλλικής επαναστάσεως και των ιδεών της. θα μπορούσε να ορκιστεί, αν ενοχλείται από το ευαγγέλιο ή τον σταυρό, στην… λαιμητόμο.»
...
Διαβάστε ἐπίσης: Ὁ ὅρκος τῶν Ἀθηναίων ἐφήβων.
1 σχόλιο:
Ἡ καθηγήτρια τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Μαρία Τζάνη, πάντως, κατὰ τὴν κατάθεσί της ὡς μάρτυς ὑπερασπίσεως στὴν δίκη τοῦ Κωνσταντίνου Πλεύρη, ὡρκίστηκε στὴν Ἑλληνικὴ Σημαία. Σὲ κάτι πάντως ἱερό ὡρκίστηκε, τὸ ὁποῖον εἶναι καὶ σύμβολον τῆς πόλεως. Παρὰ ὁρισμένες ἐκνευριστικὲς ἀπόψεις της, γιὰ τὸν πατριωτισμὸ καὶ τὴν παρρησία της εἶναι ἀξιέπαινη.
(Ὑπενθυμίζω ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ ὅτι τὸ Μαντεῖον τῶν Δελφῶν, στὴν ἐρώτησι «ποίους θεοὺς πρέπει νὰ τιμοῦμε», ἀπήντησε «τοὺς θεοὺς τῆς πόλεως»· ὅπως καὶ ἂν τοὺς ὀνομάζουμε αὐτούς, ἀρχαίους καὶ νεώτερους, προστάτες τῆς Πόλεως. Ἀλλὰ δὲν εἶναι αὐτὸ τὸ θέμα τοῦ παρόντος σημειώματος.)
Καί, κυρίως, τὴν συγχαίρω γιὰ τὸ κάτωθι - ἐπιτέλους, λίγο φῶς στὸ Πανεπιστήμιο!
«Ένοχοι εσχάτης προδοσίας οι βάνδαλοι των μνημείων
Στο μεταξύ, χθες Παρασκευή, οι φοιτητές του Παιδαγωγικόυ Τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών με πρωτοβουλία της κ. Μαρίας Τζάνη κατέθεσαν έκκληση προς την Ελληνική Πολιτεία να τιμωρούνται ως ένοχοι εσχάτης προδοσίας όσοι βανδαλίζουν τα μνημεία - σύμβολα της Ελληνικής Πολιτείας, όπως έγινε προ καιρού στο μνημείο αγνώστου στρατιώτου και πρόσφατα στο σχολικό συγκρότημα Παγκρατίου. Η έκκληση κοινοποιήθηκε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, στον Πρωθυπουργό, στον Πρόεδρο της Βουλής, σε όλα τα πολιτικά κόμματα, στον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου και στους υπουργούς Δικαιοσύνης, Παιδείας, και Εθνικής Αμύνης. Το πλήρες κείμενο της εκκλήσεως έχει ως εξής:
«Έκκληση προς την Ελληνική Πολιτεία
Εμείς οι υπογράφοντες νέοι της Ελλάδος, φοιτητές προπτυχιακοί και μεταπτυχιακοί του Πανεπιστημίου Αθηνών καθώς και μέλη του ερευνητικού και διδακτικού προσωπικού του Παιδαγωγικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών, επειδή εκτιμούμε:
- κατόπιν και των τελευταίων αχαρακτηρίστων επωδύνων και διαστροφικώς αήθων γεγονότων στο σχολικό συγκρότημα Παγκρατίου επί της οδού Σπύρου Μερκούρη ότι κινδυνεύουν κορυφαίοι θεσμοί και σύμβολα της Ελληνικής Πολιτείας και το ίδιο το Δημοκρατικό Πολίτευμα (κίνδυνος καταλύσεως), ότι προσβάλλεται και ευτελίζεται η χώρα και ο πολιτισμός της και στον διεθνή χώρο
-Ζητούμε από τα θεσμοθετημένα όργανα της Πολιτείας, την Βουλή των Ελλήνων, την Κυβέρνηση, τα πολιτικά κόμματα, τις αρμόδιες δικαστικές και Διοικητικές Αρχές: Την θέσπιση ρητής νομοθετικής διατάξεως, οποία οιονδήποτε προσβάλλει, ακυρώνει ή ασελγεί καθ' οιονδήποτε τρόπο στα κορυφαία σύμβολα της Ελληνικής Πολιτείας, όπως είναι η Σημαία και το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτου, να τον τιμωρεί ως ένοχο εσχάτης προδοσίας.»
Οι φοιτητές του Παιδαγωγικού τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών ρώτησαν την κ. Τζάνη τι μπορούν να κάνουν για όλα αυτά κι εκείνη τους απάντησε ότι το ακροτελευταίο άρθρο του Συντάγματος προβλέπει να αναλαμβάνουν οι Πολίτες να εισηγούνται στην Πολιτεία την προστασία των κορυφαίων θεσμών και συμβόλων. "Αυτό ακριβώς έκαναν οι φοιτητές μου" κατέληξε η κ. Τζάνη μιλώντας με τον "Ελ. Κόσμο".»
Δημοσίευση σχολίου