Παρευρέθην σήμερα (23 Φεβ.) στὴν παρουσίασι τοῦ βιβλίου τοῦ Νίκου Σαραντάκου, «Γλώσσα μετ᾿ εμποδίων». Βεβαίως, λογικότερο θὰ ἦταν νὰ παρευρίσκομαι στὴν διαδήλωσι τοῦ Κ.Κ.Ε. τὴν ἴδια ὥρα καὶ λίγα μέτρα πιὸ πέρα, γιὰ τὴν Μακεδονία καὶ τὸ Κοσσυφοπέδιο. Ἔστω καὶ ἐάν, ὅπως εἶναι μᾶλλον προφανές, δὲν εἶμαι καὶ τόσο κομμουνιστής. Διότι, ὅταν δὲν ξέρουμε ἐὰν αὔριο μᾶς ἀνακοινώσουν ὅτι τὰ σύνορα τῆς Ἑλλάδος εἶναι στὸν Ὄλυμπο, μᾶλλον στὸν δρόμο μὲ τὰ ὅπλα στὰ χέρια θὰ ἔπρεπε νὰ εἴμαστε [Σημ. 1] ἀντὶ νὰ ἀναλισκόμεθα γιὰ τὶς ψιλὲς καὶ τὶς δασεῖες... Ἀλλά, ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἴσως γι᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς ἀξίζει νὰ ἀσχολούμεθα μὲ τὶς ψιλὲς καὶ τὶς δασεῖες. Διότι, ὅταν δὲν νιώθουμε τὴν ζωογόνα δύναμι αὐτῶν τῶν πολυτίμων ἱερῶν μας κειμηλίων, τῶν λέξεων καὶ τῶν γραμμάτων τῶν Ἑλληνικῶν, ὅταν εἴμεθα πρόθυμοι νὰ ἀπεμπολήσουμε ἔστω μιὰ μικρούλα δασεῖα, ἔ, σιγὰ- σιγὰ θὰ γίνουμε πρόθυμοι νὰ ἀπεμπολοῦμε καὶ τὰ μεγάλα· Κύπρο, Μακεδονία... [Σημ. 2]. (Ὁ Ὀδυσσέας Ἐλύτης διεῖδε τὴν βαθύτατη καὶ πανάρχαια σχέσι τόπου, λαοῦ, πολιτισμοῦ, ἱστορίας καὶ γλώσσης, καὶ τὴν ἐξέφρασε ὑπέροχα στὸ γνωστὸ κείμενό του γιὰ τὸ πολυτονικό. «Κυματιστοὶ ἀμπελῶνες καὶ ὑπέρθυρα ἐκκλησιῶν...») [Σημ. 3]
Ὁ Νίκος Σαραντάκος εἶναι γνωστὸς καὶ φίλος καμμιὰ δεκαετία ἀπὸ τὶς λίστες τοῦ Διαδικτύου. Διαφωνοῦμε ἐντόνως σὲ πολλὰ θέματα, βεβαίως, ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι ἄλλο ζήτημα. Ὅμως, ἀνεξαρτήτως τῶν ὅποιων ἰδεολογικῶν καὶ φιλοσοφικῶν διαφορῶν μας, πρῶτον, ἀγαπᾷ τὴν γλῶσσα μας, δεύτερον, πιστεύει ὅτι ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα ὑπάρχει καὶ ἔχει ἱστορία μακραίωνη. (Τονίζω αὐτὰ τὰ βασικά, διότι ὁρισμένοι ἀκραῖοι ἐθνομηδενιστές, ὡς γνωστόν, τὰ ἀρνοῦνται.)
Ὁ Νίκος ἔχει, σὺν τοῖς ἄλλοις, τὸ ἐξῆς προσόν. Εἶναι, καὶ φιλόλογος, καὶ μηχανικός τοῦ Μετσοβίου. Τὸν διακρίνει, καὶ ἡ γνώσι καὶ εὐαισθησία γιὰ τὴν γλῶσσα, καὶ ἡ εὐστροφία, ἡ ἀκρίβεια καὶ ἡ στερεότης τῆς σκέψεως τοῦ μηχανικοῦ τοῦ Μετσοβίου. (Συγχωρέστε μου τὴν σωβινιστικὴ ἀναφορὰ στὸ Ε.Μ.Π.!) Ἡ ἐργασία του εἶναι προσεγμένη καὶ διακρίνεται ἀπὸ ἐπιστημονικὴ ἀκρίβεια. (Μιὰ κριτικὴ ἐδῶ.)
Ἡ δική μου ἄποψις τώρα. Φυσικὰ διαφωνοῦμε σὲ πολλά, ἰδεολογικῶς και φιλοσοφικῶς. Τὸ εἶπα ἤδη. Ἐγὼ τὸ βιβλίο του τὸ βρίσκω χρήσιμο καὶ ὠφέλιμο. Ἀλλὰ γιὰ διαφορετικοὺς λόγους ἀπὸ αὐτοὺς γιὰ τοὺς ὁποίους τὸ ἐκτιμοῦν ἄλλοι.
Ἐγὼ βρίσκω τὸ βιβλίο ὠφέλιμο, διότι μὲ βοηθᾷ νὰ μάθω καλύτερα Ἑλληνικά. Μὲ βοηθᾷ νὰ ξεδιαλύνω μερικὰ λεπτὰ σημεῖα τῆς γλώσσας μας. Παρ᾿ ὅλο ποὺ διαφωνῶ σὲ ὁρισμένα ἰδεολογικὰ ζητήματα. Ἄλλοι, τὸ βρίσκουν χρήσιμο γιὰ νά... «κατατροπώσουν τοὺς ἐθνικιστές», καταρρίπτοντας τὸ μύθευμα τοῦ «Hellenic Quest» καὶ τῶν ἕξι ἑκατομμυρίων λέξεων! Λὲς καὶ σὲ μιά... διαδικτυακὴ φάρσα στηρίζεται ἡ ἀξία τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας καὶ ὁ πλοῦτος τῆς παραδόσεώς μας! [Σημ. 4] Ἄλλοι, πολύ χειρότεροι, μπορεῖ νὰ ἐκτιμοῦν τὸ βιβλίο ὡς ὅπλο γιὰ νὰ προωθήσουν τὴν κατάργησι τῆς διδασκαλίας τῶν ἀρχαίων Ἑλληνικῶν (κάτι ποὺ δὲν εἶναι κἂν στὶς προθέσεις τοῦ συγγραφέως) - ἢ καὶ τῶν Ἑλληνικῶν γενικῶς.
Δὲν θὰ ὑπεισέλθω σὲ εἰδικότερα σχόλια. Δύο εἶναι οἱ κεντρικοὶ ἄξονες τῆς προβληματικῆς τοῦ συγγραφέως:
Πρῶτον, ὁ ἔλεγχος καὶ ἡ ἀναίρεσις τῶν παραπλανητικῶν λαϊκῶν μυθευμάτων γιὰ τὴν Ἑλληνικὴ γλῶσσα.
Ἤδη ἐσχολίασα. Ἀλλά, ἕνα μεγάλο «ἀλλά» ἔχει γράψει ὁ Γιῶργος Καραμπελιᾶς («Χουλιγκάνου ἐγκώμιον», «Ἄρδην», τ. 38-39, Νοέμ. 2002). Δὲν ἔχω νὰ προσθέσω τίποτε ἄλλο. [Σημ. 5]
Δεύτερον, ἡ κριτικὴ κατὰ τοῦ κινήματος τοῦ «νεοκαθαρευουσιανισμοῦ». Μέρος αὐτῆς τῆς προβληματικῆς, τὸ πολυτονικό, στὸ ὁποῖο ὁ συγγραφεὺς ἐπιτίθεται μὲ ἀκατανόητη ὀξύτητα.
Ὁ συγγραφεὺς ἐπισημαίνει πολλὰ λάθη ὅσων ἐπιχειροῦν, χωρὶς ἐπαρκῆ γνώσι, νὰ χρησιμοποιήσουν λογίους τύπους, λανθασμένα καὶ ἐκεῖ ποὺ δὲν ἀρμόζει. Και πολὺ καλὰ πράττει καὶ ἐπισημαίνει αὐτὰ τὰ λάθη.
Ἐνστάσεις καὶ ἐρωτήσεις:
(1) Τί προτείνει; Ἐγώ συμπεραίνω τὸ προφανές. Δὲν διδασκόμαστε ἐπαρκῶς τὴν γλῶσσα, καὶ δὴ τὴν λόγια γλωσικὴ παράδοσι, ἄρα χρειαζόμαστε περισσότερη καὶ καλύτερη διδασκαλία. Ἄλλοι συμπεραίνουν ὅτι ὁ λόγιος γλωσσικός πλοῦτος μᾶς δυσκολεύει, ἄρα πρέπει νὰ τὸν καταργήσουμε. Πονάει κεφάλι, κόψει κεφάλι.
(2) Μοῦ δίδει τὴν ἐντύπωσι ὅτι, μὲ ἀφορμὴ τὰ λάθη αὐτά, ἐπιτίθεται στὴν γλῶσσα (τὴν λόγια), λὲς καὶ ἡ γλῶσσα φταίει ποὺ ἐμεῖς κάνουμε λάθη! Μά, τί νὰ κάνουμε ποὺ ἔχουμε γλῶσσα ποὺ κουβαλᾷ ἱστορία χιλιετιῶν! (Ἱστορία ἐνυπάρχουσα ζωντανὴ στὸ παρόν τῆς γλώσσης.)
Ἡ διαφωνία μου εἶναι θεμελιώδης. Ἢ εἴμαστε Ἕλληνες ἢ δὲν εἴμαστε. Καὶ ἡ ἱστορία μας ἐνυπάρχει ὁλόκληρη στὸ παρόν. Καὶ νὰ θέλαμε, ὡς νεοταξικοὶ Προκροῦστες, νὰ διαγράψουμε τὸ παρελθόν μας, αὐτὸ θὰ ἦταν ἀδύνατον χωρὶς βάρβαρο ἀκρωτηριασμό. Δὲν εἴμαστε πρωτόγονη κοινωνία χωρὶς ἱστορία καὶ γραπτὴ γλωσσικὴ παράδοσι. (Σημειωτέον, ὅτι ἡ γλῶσσα τῶν ὅποιων πρωτογόνων τῆς Ἀφρικῆς εἶναι τέλεια -γιὰ αὐτοὺς- καὶ ὄχι «κατώτερη», ὅπως μᾶς διδάσκει ἡ γλωσσολογία, ἀφοῦ ταιριάζει ἀπολύτως στὸ περιβάλλον τους καὶ ἰκανοποιεῖ τὶς ἀνάγκες τους. Ναί. Ἀλλὰ δὲν ταιριάζει σὲ ἐμᾶς. Μπορεῖτε νὰ καταλάβετε τὴν διαφορά, κύριοι «προοδευτικοί»; Καὶ ἡ Ὁργουελιανὴ newspeak, δὲν εἶναι «κατώτερη» γλῶσσα, εἶναι τέλεια καὶ ἰκανοποιεῖ ἀπολύτως τὶς ἀνάγκες τῶν δούλων τοῦ Μάτριξ. Ναί, κύριοι «προοδευτικοί», ἀλλὰ δὲν εἴμαστε οὔτε θέλουμε ἐμεῖς νὰ γίνουμε τέτοιοι. Κατανοητόν; Ὡραῖα, ξεκαθαρίσαμε τὰ περὶ «ἀνωτερότητος», «κατωτερότητος» καὶ «ρατσισμοῦ». Πᾶμε παρακάτω.)
Δεύτερον. Ἡ λόγια γλῶσσα δὲν εἶναι καινοφανὲς παίγνιον ὁλίγων διανοουμένων σὰν τὸν Ζουράρι. Οὔτε ἀμήχανη ἀπόπειρα νὰ δείξει κάποιος ὅτι ἔχει κύρος.
Κατ᾿ ἀρχὴν οἱ «καθαρευουσιάνοι» βοήθησαν να διαμορφωθῇ ἡ Νέα Ἑλληνική. Παραγνωρίζεται ἡ μεγάλη προσφορὰ τοῦ Κοραῆ καὶ λοιπῶν λογίων, ὅπως ἔχει πολλὲς φορὲς ἐπισημάνει ὁ Γ. Μπαμπινιώτης. (Ἀρκεῖ νὰ δοῦμε, ὅσον ἀφορᾷ στὸ λεξιλόγιο μόνον, τὴν «Συναγωγὴ νέων λέξεων, ὑπὸ τῶν λογίων πλασθεισῶν» τοῦ Στεφάνου Κουμανούδη, 1900. Οἱ σημερινοὶ «προοδευτικοὶ» θὰ ἔλεγαν ὅτι εἶναι... «ρατσιστικὸ» νὰ πλάθουμε λόγιες λέξεις καὶ νὰ ἐξελληνίζουμε ξένες, ἀλλὰ τότε δὲν ὑπῆρχαν εὐτυχῶς «προοδευτικοί». (Οὔτε τὸ 1821· καὶ ἂν ὑπῆρχαν, ἀνέλαβε ὁ Γέρος τοῦ Μοριᾶ τὰ δέοντα.)) Τελικῶς, ἡ ἁπλὴ καθαρεύουσα ἐπέτυχε, τρόπόν τινα, μετὰ ἀπὸ αἰῶνες, τὴν ἑνοποίησι τῆς Ἑλληνικῆς· καὶ θὰ τὸ ἐπετύγχανε πολὺ καλύτερα, ἐὰν δὲν ἐνέσκηπτε, μετὰ τὸ 1974, ἡ φανατισμένη λαῖλαψ τῶν γλωσσοκτόνων πρασινοφρουρῶν καὶ τῶν συνοδοιπόρων τους (Χρῆστος Γιανναρᾶς, «Καταστροφὴ τραγικότερη τῆς Μικρασιατικῆς», «Ἡ Καθημερινή», 28-4-1996)
Εἶναι προφανὲς σὲ κάθε καλόπιστο ἄνθρωπο, καὶ δὲν νομίζω ὅτι θὰ τὸ ἀρνηθῇ ὁ Νίκος Σαραντάκος, ὅτι, κατ᾿ ἀρχὴν ἔστω, ὑγιὴς ἀντίδρασις ἔναντι τῆς ἐπιδρομῆς τῆς ξύλινης γλώσσας τοῦ λαϊκισμοῦ, τοῦ ἰσοπεδωτισμοῦ, τῆς εὐτέλειας, τῆς ἀναστροφῆς τῶν ἠθικῶν ἀξιῶν, ὑπῆρξε ἡ νεώτερη ἀγάπη τοῦ κόσμου γιὰ τὸν λόγιο πλοῦτο τῆς γλώσσας μας. Ἀγάπη, ἡ ὁποία, τὴν ἐποχὴ τοῦ καθεστῶτος τῆς 21ης Ἀπριλίου εἶχε γίνει ἀντιπάθεια. Ἀλλὰ σήμερα δὲν ζοῦμε στὴν ἐποχὴ τῆς χούντας. Ἄλλα εἶναι αὐτὰ ποὺ μᾶς ἀπειλοῦν.
Καί, σήμερα, ἕνας πολὺ σημαντικότερος λόγος παρεκίνησε τοὺς Ἕλληνες νὰ ἐκτιμήσουν τὸν λόγιο πλοῦτο τῆς γλώσσης. Ἡ παγκόσμια, ἐκμηδενιστικὴ βία τῆς νεοταξικῆς ἐξουσίας. Δὲν εἶναι... χουντικοί, πλέον (ἂν ἦταν ποτέ), οἱ «γλωσσαμύντορες». Εἶναι οἱ ἀπροσκύνητοι Ἕλληνες, κάθε ἰδεολογίας. Βλέπε ἕνα χαρακτηριστικὸ παράδειγμα στὸ δημοσίευμά μου «Ἄγγελος Ἐλεφάντης καὶ Σπύρος Μοσχονᾶς». Ὁ Γ. Καραμπελιᾶς σημειώνει χαρακτηριστικά (εἰσαγωγὴ τοῦ ἀφιερώματος τοῦ «Ἄρδην» (τ. 30-34) στὴν Ἑλληνικὴ Γλῶσσα): «“Η γλώσσα δεν κινδυνεύει” διακηρύττουν οι “εκσυγχρονιστές”, κεκράχτες των μεγάλων εκδοτικών συγκροτημάτων και των πολυεθνικών, ενδεδυμένοι “τα παλιά δοξασμένα κουρέλια” του αγωνιστικού δημοτικισμού [και μαζί τους δυστυχώς και μερικοί ειλικρινείς και καθυστερημένοι υποστηρικτές της παλαιάς γλωσσικής αντιπαράθεσης]. Κατά τον ίδιο τρόπο επιστρατεύτηκαν τα παλιά “λαμπερά κουρέλια” του διεθνισμού και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για να δικαιολογηθεί η επίθεση κατά της Γιουγκοσλαβίας. Προβάλλουν και πάλι, λοιπόν, τον “κίνδυνο” του “γλωσσικού εθνικισμού ή καθαρολογισμού”. Συσκοτίζοντας το γεγονός ότι η αντιπαράθεση, δημοτικισμού και καθαρεύουσας, έχει σήμερα υποκατασταθεί από μια νέα, από την αντιπαράθεση μεταξύ της ελληνικής γλώσσας στη συγχρονία και τη διαχρονία της, και των μηχανισμών εκπτώχευσης και περιθωριοποίησής της, της γλωσσικής παγκοσμιοποίησης και ισοπέδωσης. Τώρα πια ο Βηλαράς και ο Βούλγαρης, ο Κοραής, και ο Τριανταφυλλίδης, ο Σολωμός και ο Παπαδιαμάντης, βρίσκονται στο ίδιο στρατόπεδο. Και στο απέναντι γνωρίζομε ποιοι βρίσκονται, γνωρίζομε τα εκδοτικά συγκροτήματα, τους πολιτικούς, τους διανοούμενους υπηρεσίας, που, στο όνομα μιας ξεπερασμένης αντίθεσης, και της αντίληψης πως “η γλώσσα δεν κινδυνεύει”, συντάσσονται σήμερα με τους οπαδούς της παγκοσμιοποίησης. Και βέβαια, κατά κυριολεξία, η “γλώσσα” δεν κινδυνεύει, όπως τονίζει και ο Σαράντος Καργάκος, κινδυνεύουν όμως σε μερικές δεκάδες ή εκατοντάδες χρόνια να μην υπάρχουν εκείνοι που τη χρησιμοποιούν σαν ζωντανό εργαλείο και να διατηρηθεί ως απολίθωμα, ως νεκρή γλώσσα σαν τα λατινικά.» Λοιπόν, μοῦ φαίνεται ὅτι ὁ Νίκος Σαραντάκος ἐξακολουθεῖ νὰ ἀναλίσκεται σὲ κυνήγι χουντικῶν μαγισσῶν!
Ὡστόσο ἐπισημαίνει μὲ ἀκρίβεια πολλὰ λάθη ποὺ συνηθίζονται, καὶ πολλὰ λεπτὰ σημεῖα τῆς γλώσσας μας. Ἔχει ἐπὶ παραδείγματι ἕνα κεφάλαιο μὲ τίτλο «Ο δωδεκάλογος της νεοκαθαρεύουσας». Ὡραιότατο, Νίκο! Εὐχαριστῶ ποὺ μὲ βοηθᾷς νὰ μὴν κάνω αὐτὰ τὰ λάθη! Ἀλλά, οἱ περισσότεροι, καί, φοβοῦμαι, ἐσὺ ὁ ἴδιος, προωθεῖτε τὴν ἰδέα ὅτι... δὲν εἶναι λάθη, διότι ὑπάρχει λόγος ποὺ γίνονται, αὐτὴ εἶναι ἡ τάσι τῆς γλώσσας, καὶ κάποτε τὰ λάθη θὰ γίνουν σωστά, καὶ καλῶς θὰ γίνουν, καὶ μακάρι νὰ γίνουν, ἄρα ἂς γράφουμε ὅ,τι θέλουμε!
Διαστρέφω τὸ νόημα τῶν γραφομένων σου; Ἄν ναί, συγγνώμη. Ἀλλά. Παραδέχεσαι π.χ. ὅτι το «ὡς» καὶ ἐσώθη ἀπὸ τὴν μαλλιαρὴ λαίλαπα καὶ χρησιμοποιεῖται εὐρέως. Ἀλλά, λές, δὲν εἶναι πάντοτε εὐδιάκριτη ἡ διαφορὰ τῆς σημασίας του ἀπὸ τὸ «σάν». Μά, οἱ ἐξαιρέσεις δὲν κάνουν τὸν κανόνα! Γενικῶς, ὑπάρχει διαφορά. Καὶ καλῶς ὑπάρχει, καὶ εἶναι πλοῦτος γιὰ τὴν γλῶσσα τὸ ὅτι ὑπάρχει! (Ὅπως καὶ γιὰ πολλὲς ἄλλες περιπτώσεις ὅπου βρίσκεις ἐξαιρἐσεις, καὶ γιὰ τὴν δασεία, καὶ γιὰ λόγιες λέξεις, καὶ τὸ ποιητικὸ «ἐπέστρεψε» τοῦ Καβάφη.) Ἀλλὰ ἀκόμη καὶ τὴν δυνατότητα ποὺ δίνει ἡ λόγια μορφὴ τῆς γλώσσης γιὰ ἐπιλογὴ διαφορετικοῦ κάθε φορὰ ὕφους, ἀρμόζοντας στὴν περίστασι. (Ὀρθῶς ἐπισημαίνεται, ὅμως, τὸ λάθος νὰ χρησιμοποιεῖται ἐπίσημο ὕφος ἐκεῖ ποὺ δὲν ἀρμόζει (συχνὰ μὲ ἀποτέλεσμα ξεκαρδιστικὲς γκάφες), ἐκτὸς ἐὰν γίνεται χάριν παιδιᾶς, βεβαίως.) Καί, ἀφοῦ ὑπάρχουν ἐξαιρέσεις, τί; Δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχει διαφορὰ πουθενά; Ὥστε, τελικῶς, νὰ τὸ καταργήσουμε τὸ «ὡς»; Παρ᾿ ὅλο ποὺ καὶ ἐπέζησε καὶ θάλλει;
(3) Τὸ πολυτονικό. Ἐδῶ ἡ διαφωνία μου μὲ τὸν συγγραφέα εἶναι ἀπόλυτη. Καὶ ὅσον ἀφορᾷ στὶς ἀπόψεις μου γιὰ αὐτὸ καθ᾿ ἑαυτὸ τὸ πολυτονικό, τὶς ὁποῖες πολλάκις ἔχω ἀναπτύξει, ἀλλά, ἀκόμη περισσότερο γιὰ κάτι ἄλλο. Εἰλικρινῶς, μέ ἐξένισε ἡ ὀξεία καὶ ὁλότελα ἄδικη ἐπίθεσι στὴν Κίνηση Πολιτῶν γιὰ τὴν Ἐπαναφορὰ τοῦ Πολυτονικοῦ Συστήματος. Στὴν ὁποία ἀποδίδεται ἀκόμη καί... κομματικὴ στράτευσι! Ὅταν πρόκειται γιὰ ἕναν δικτυακὸ τόπο ὑπόδειγμα ποὺ καμμία σχέσι δὲν ἔχει μὲ τὴν πολιτική. Δημιούργημα τοῦ Γιάννη Χαραλάμπους, καθηγητοῦ πληροφορικῆς στὴν Ἀνωτάτη Ἐθνικὴ Σχολὴ Τηλεπικοινωνιῶν Βρετάνης (Βρέστη, Γαλλία) καί, μὲ τὴν σύζυγό του, τυπογράφου, καὶ μερικῶν φίλων. (Ὁ Γιάννης Χαραλάμπους εἶναι καὶ συγγραφεὺς τοῦ «Fonts and encodings», O'Reilly, 2007. Κορυφαῖο στὸ εἶδος του παγκοσμίως.)
Ἕνας δικτυακὸς τόπος γιὰ τὸ πολυτονικὸ καταπληκτικός, ποὺ πέτυχε ὅτι δὲν εἶχε καταφέρει τὸ ἀνύπαρκτο Ἑλληνικὸ κράτος τόσα χρόνια. Ἱστορία, γλῶσσα, πληροφορικὴ νὰ συνδυασθοῦν μὲ ἐπιστημονικὴ ἐπάρκεια καὶ ὡλοκληρωμένα· γιὰ πρώτη φορὰ ἐπαρκεῖς, ὡλοκληρωμένες καὶ πλήρεις ὁδηγίες (ἀπὸ γραμματικοὶ κανόνες, μέχρι ὁδηγίες γιὰ κάθε λειτουργικὸ σύστημα καὶ ὑπολογιστικὸ περιβάλλον) καὶ ἐργαλεῖα (γραμματοσειρές, ὁδηγοὶ πληκτρολογίου), γιὰ κάθε ἀνάγκη, ἀπὸ πληκτρολόγησι πολυτονικοῦ μέχρι HTML καὶ OCR. Ἐπιτέλους, γιὰ πρώτη φορά, κάτι ποὺ πραγματικὰ ἔλειπε ἀπὸ τὴν Ἑλληνικὴ πληροφορική· ὁ καθένας μας ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ χρησιμοποιήσει πολυτονικό, ὅπου τοῦ χρειάζεται.
Καὶ ὄχι μόνον αὐτά. Και ἱστορία. (Π.χ. ἡ ψηφιοποίησις τῆς ἐξαιρετικὰ δυσεύρετης «Ἀντιδικίας τῶν τόνων». (Οἱ μονοτονιστὲς προέβαλλαν μόνο τοὺς δικούς τους...)) Καὶ πρωτότυπη γλωσσολογικὴ ἔρευνα (π.χ. ἀναίρεσις τῶν ψευδῶν τῶν μονοτονιστῶν περὶ δῆθεν ὑποστηρίξεως τοῦ μονοτονικοῦ ἀπὸ τὸν Χατζιδάκι καὶ τὸν Βιλαμόβιτς· βεβαίως, ἡ ἀναίρεσις αὐτοῦ τοῦ ἀστικοῦ μύθου, τοῦ ἀναπαραγόμενου περὶ Χατζιδάκι ψεύδους τῶν μονοτονιστῶν, δὲν ἀναφέρεται στὸ βιβλίο τοῦ Νίκου Σαραντάκου.) (Ἄ ναί, παρεμπιπτόντως ὁ Βιλαμόβιτς ἔχει γράψει ὅτι «ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα εἶναι ἀνωτέρα κάθε ἄλλης καὶ ἡ ἑλληνικὴ φυλὴ ἀνωτέρα κάθε ἄλλης», ἀλλὰ δὲν τὸν ἐπικαλοῦνται γι᾿ αὐτὸ οἱ «προοδευτικοί»!) Καὶ λογοτεχνικὰ κείμενα, καὶ ἄρθρα (πλουσιότατη συλλογὴ) καὶ ἀπόψεις καὶ ἱστοσελίδες. Καὶ γραμματική, καὶ ἁπλὰ μαθήματα, καί παιχνίδια ἀκόμη ἐκμάθησης τοῦ πολυτονικοῦ! Καὶ φωτογραφίες πολυτονικῶν ἐπιγραφῶν! (Καὶ μόνον αὐτὴ ἡ συλλογὴ εἶναι προσφορὰ στὴν τέχνη καὶ στὴν λαογραφία!)
Καὶ αὐτὸ τὸ σπουδαῖο ἔργο διαγράφεται ἐξ ὁλοκλήρου. Κρίμα κι ἄδικο.
Πάντως, παρὰ τὶς διαφωνίες μου, σοβαρὲς σὲ ὁρισμένα σημεῖα, εὔχομαι καλὴ ἐπιτυχία στὸν Νίκο Σαραντάκο, διότι προσφέρει στὴν γλῶσσα μας. Ἄλλωστε, οἱ διαφωνίες, ὅταν ὑπάρχει καλὴ προαίρεσις, εἶναι ἐποικοδομητικές.
Σημειώσεις:
[1] Ἀκροτελεύτια διάταξις τοῦ Συντάγματος: «O σεβασμός στο Σύνταγμα και τους νόμους που συμφωνούν με αυτό και η αφοσίωση στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση όλων των Eλλήνων. H τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Eλλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία.» Λακωνικότεροι οἱ Ρωμαῖοι ἔλεγαν «salus populi suprema lex esto»· ὑπέρτατος νόμος ἡ σωτηρία τοῦ Λαοῦ.
[2] Σημειωτέον, τὴν διαδήλωσι τοῦ Κ.Κ.Ε. ἡ χούντα τῆς Ντόρας καὶ τοῦ Λαζόπουλου δὲν τὴν ἀπαγόρευσε, ὅπως ἔκανε τὶς τελευταῖες ἡμέρες μὲ τρεῖς (!) ἐκδηλώσεις Ἑλλήνων πατριωτῶν. Βλέπετε, ἐὰν δὲν εἶσαι ἀριστερός, οὔτε γιὰ τὴν Μακεδονία καὶ τὴν Κύπρο δὲν μπορεῖς νὰ φωνάζεις... Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὁ εὐρύτερος πατριωτικὸς χῶρος εὐθύνεται γιὰ τὸ ὅτι δὲν ἔχει καταφέρει νὰ συστήσει ἕνα διαπαραταξιακὸ πατριωτικὸ μέτωπο, πέραν τῶν δευτερευουσῶν -καὶ συχνὰ τεχνητῶν- διαφορῶν Ἀριστερᾶς καὶ Δεξιᾶς. Ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνον ἡ μονολιθικότης τοῦ Κ.Κ.Ε. (ἡ ὁποία βολεύει βεβαίως τοὺς Νεοτάξ, γιὰ νὰ «καλουπώνουν», νὰ συκοφαντοῦν καὶ νὰ περιθωριοποιοῦν τὶς ἀντιδράσεις («πφ, οἱ παρωπιδικοὶ κουκουέδες φωνάζουν γιὰ νὰ φωνάζουν»)· εἶναι δυστυχῶς καὶ πολλοὶ τοῦ εὐρύτερου χώρου τῆς πατριωτικῆς Ἀριστερᾶς, π.χ. ὁ χῶρος τοῦ «Ἄρδην» (Καραμπελιᾶς) καὶ τοῦ «Ρεσάλτου», οἱ ὁποῖοι θυμήθηκαν ἐσχάτως νὰ ἀποδοθοῦν σὲ κυνήγι... κακῶν ἐθνικιστικῶν μαγισσῶν καὶ στοχοποίησι τοῦ ΛΑ.Ο.Σ., χέρι- χέρι μὲ τὸν Λαζόπουλο καὶ τὸν ΣΥΡΙΖΑ. Ἐντάξει βρὲ παιδιά, ἐπιτρέψτε καὶ σ᾿ ἐμᾶς τοὺς κακοὺς ἐθνικιστὲς νὰ ἀγωνιοῦμε γιὰ τὰ ἐθνικὰ θέματα, δὲν τὸ κάνουμε γιὰ νὰ σᾶς φᾶμε καμμιὰ πελατεία (γιὰ νὰ μὴν πῶ ὅτι, ὅταν κάποτε ἐμεῖς μιλούσαμε γιὰ Ἑλλάδα, μερικοὶ ποὺ δὲν εἴχατε ἀκόμη ἀνακαλύψει τὸν πατριωτισμό, ὑμνούσατε τὸν Στάλιν καὶ τὸν Ἐνβέρ Χότζα), τὸ ξέρουμε ὅτι ἔχουμε διαφορές, ἀλλὰ ἀφῆστε νὰ ἀκούγονται ὅλες οἱ πατριωτικὲς φωνές! Φτάνει πιὰ μὲ τὸ ἀντιδεξιὸ σύμπλεγμα! Ἂς ἀκούγεται καὶ ὁ ΛΑ.Ο.Σ., δὲν πειράζει, ἂς ἀκουστεῖ καὶ κάποιος ἄλλος στὸ κοινοβούλιο ἐκτὸς ἀπὸ τὸ πρασινοκοκκινομπλὲ κατεστημένο τῆς ὑποτέλειας. Ὁ ΛΑ.Ο.Σ. τὰ καταφέρνει, παρὰ τὰ ἐλαττώματα καὶ τὶς παιδικὲς ἀσθένειες. Μποροῦμε καὶ καλύτερα, ἀλλὰ εἶναι ἐπιτέλους κάτι νέο, μιὰ παριωτικὴ φωνὴ ποὺ καταφέρνει νὰ ἀκουστεῖ. Ἂς ἀκούσουμε καὶ τὸν Ἄδωνι Γεωργιάδη νὰ μᾶς μιλᾷ γιὰ την ἀρχαία Ἑλλάδα, τὴν Ἱστορία μας ποὺ κάποιοι ἄλλοι θάβουν. Δὲν βλάπτει! Καί, μακάρι καὶ στὸν χῶρο τῆς Ἀριστερᾶς νὰ δημιουργηθεῖ ἕνα ἐναλλακτικὸ πατριωτικὸ ρεῦμα, μὲ παρουσία καὶ στὸ πολιτικὸ προσκήνιο, ὄχι μόνον στὸν ἐκδοτικὸ χῶρο μὲ τὴν ἀξιόλογη παρουσία τοῦ «Ἄρδην». Μακάρι! Κάθε πατριωτικὴ φωνή, ἐκ δεξιῶν ἢ ἀριστερῶν, γιὰ καλὸ εἶναι.
[3] Εἷς ἐκ τῶν ὁμιλητῶν, ὁ Παντελῆς Μπουκάλας, ἐσχολίασε: Καὶ τί σημασία ἔχει ποὺ τὸ «Μακεδνὸς» εἶναι ἑλληνική λέξη; ...
Ἔτερος, ὁ μεταφραστὴς Ν. Λίγγρης, ἐσχολίασε ὅτι τὸ πολυτονικὸ «δὲν εἶναι χρήσιμο». Αὐτὸ ἦταν τό ἐπιχείρημα ἐναντίον τοῦ πολυτονικοῦ. Ἡ ἐργαλειακὴ χρησιμότης, καὶ πέραν τούτου οὐδέν! (Ἂν δεχθοῦμε -ποὺ δὲν δεχόμεθα- ὅτι δὲν ἔχει καὶ ἁπλὴ χρησιμότητα τὸ πολυτονικό.) Καὶ νὰ λέγῃ καὶ νὰ ξαναλέγῃ ὁ καθηγητὴς τῆς γλωσσολογίας Κ. Κανάκης ὅτι «ἡ γλῶσσα εἶναι ἐργαλεῖο», καὶ «ἐργαλεῖο», καὶ ξανὰ «ἐργαλεῖο»... καὶ πέραν τούτου; Οὐδέν; Συγγνώμη κύριε καθηγητά, ἀλλά, ἐκτὸς ἀπὸ ἐργαλεῖο, γιὰ κάποιους ἀπὸ ἐμᾶς ἡ γλῶσσα εἶναι καὶ ποίησις, καὶ πολιτισμὸς καὶ ἱστορία καὶ παράδοσις καὶ τέχνη, καὶ ὄνειρο καὶ συνειρμοὶ καὶ ψυχισμὸς καὶ μουσική, καὶ ἱερουργία καὶ ἀναβάπτισις μυητικὴ στὰ ζωογόνα νάμματα τοῦ ἑλληνισμοῦ... Ἐὰν ἐσεῖς ἀρκεῖσθε στὴν ἐργαλειακὴ μηχανιστικὴ χρήσι, σᾶς ἀρκεῖ καὶ ἡ Ὀργουελικὴ neaspeak (ὁ Ὄργουελ στὸ «1984» περιγράφει λεπτομερῶς τὴν κατασκευὴ καὶ λειτουργία τῆς newspeak, ἡ ὁποία neaspeak ἐπιτυγχάνει ἀκριβῶς τὴν μηχανιστικὴ ἐπικοινωνία χωρὶς σκέψι). (Παραπέμπω καὶ πάλι στὸν Ὀδυσσέα Ἐλύτη. Λέγει ὁ μεγάλος μας ποιητὴς στὸν λόγο του κατὰ τὴν ἀπονομὴ τοῦ βραβείου Νομπέλ: «Εάν η γλώσσα αποτελούσε απλώς ένα μέσον επικοινωνίας, πρόβλημα δεν θα υπήρχε. Συμβαίνει όμως ν' αποτελεί και εργαλείο μαγείας και φορέα ηθικών αξιών. Προσκτάται η γλώσσα στο μάκρος των αιώνων ένα ορισμένο ήθος. Και το ήθος αυτό γεννά υποχρεώσεις. [...]») Ἄλλοι ἀρκοῦνται στὴν «χρησιμότητα»...
Ὁ Ν. Λίγγρης πάλι, ἰσχυρίσθηκε ὅτι τὰ παιδιά μας ἢ τὰ ἐγγόνια μας θὰ ὁμιλοῦν... ἀγγλικά! Καὶ δὲν τὸ εἶπε γιὰ κακό! Σοβαρά! Προσέθεσε δέ, ἀφοῦ ἐκτόξευσε τὸ κεραμίδι, ὅτι, οὔτε θὰ ἐξαναγκασθοῦν νὰ ὁμιλοῦν ἀγγλικά, οὔτε θὰ αἰσθάνονται καταπιεσμένοι καὶ δυστυχισμένοι ποὺ θὰ μιλοῦν ἀγγλικά! Τὶ νὰ πεῖς! Ὅσο καὶ ἐὰν τὸ εἶπε ἐπιδιώκοντας ἀκριβῶς νὰ προκαλέσῃ, τὶ νὰ τοῦ ἀπαντήσῃς ἐὰν δὲν ἀντιλαμβάνεται ὅτι ἡ ἀλλοτρίωσις καὶ ἡ δουλεία δὲν εἶναι ἐξωτερική, δὲν σὲ ἀναγκάζει κανεὶς μὲ τὸ πιστόλι στὸν κρόταφο (συνήθως), ἀλλὰ πολὺ περισσότερο ἐσωτερική. Ἀνεπαισθήτως ὑψώνονται τὰ τείχη τῆς φυλακῆς, κύριε. Ἀνεπαισθήτως, λέγει ὁ ποιητής, μέχρι νὰ ἔλθει ἡ μέρα ποὺ θὰ θυμόμαστε -ἂν θυμόμαστε κἂν- ποίοι εἴμαστε, ποιοὶ πλαστήκαμε νὰ εἴμαστε, σὰν τοὺς Ποσειδωνιᾶτες...
Ἀλλά, ὅταν οἱ ἴδιοι «ἐκσυγχρονιστὲς» ἰσχυρίζονται ὅτι δὲν ἔχει σημασία ἐὰν τὰ παιδιά μας θα μιλοῦν ἀγγλικὰ καὶ ἡ Ἑλληνικὴ θὰ ὑπάρχει μόνον στὰ βιβλία, τότε ἀποδεικνύεται ξεκάθαρα πόσο δίκιο ἔχουμε ὅσοι ἐξακολουθοῦμε νὰ ἀγωνιζόμεθα.
Ἡ βαθύτερη διαφορά μας, τελικῶς, μὲ τοὺς «ἐκσυγχρονιστὲς» δὲν εἶναι ἐπὶ τῆς μεθόδου τῆς διδασκαλίας, τῶν διατιθέμενων πόρων γιὰ τὴν παιδεία, οὔτε διαφορὰ γλωσσολογική. Οὔτε κἄν, τελικῶς, διαφορὰ ἰδεολογική. Ἡ βαθύτερη διαφορὰ μας εἶναι ὀντολογική. Εἴμεθα Ἕλληνες (φύσει, ὄχι ἁπλῶς ἰδεολογικῶς), βιωματικῶς καὶ συνειδητῶς μετέχοντες στὸ Γένος, ἀντλώντας ζωὴ καὶ ὕπαρξι ἀπὸ τὸ διαχρονικό μας Σῶμα, γνῶστες τῆς ὑπερηφάνειας καὶ τοῦ χρέους ποὺ συνεπάγεται ἡ μετοχή μας σ᾿ Αὐτό; («ἤρθαν, πέρασαν, θὰ ἔρθουν, θὰ περάσουν, κριτὲς θὰ μᾶς δικάσουν, οἱ ἀγέννητοι, οἱ νεκροί», ὁ στίχος τοῦ Κωστῆ Παλαμᾶ, ὁ πλέον προσφυὴς ποιητικὸς ὁρισμὸς τῆς ἐννοίας «ἔθνος».) Τὸ ἐρώτημα εἶναι όντολογικόν· τὶ εἶσαι. Ἐὰν εἶσαι Ἕλλην, αὐτονόητα μαθαίνεις Ἑλληνικά. Δὲν ἔχουν θέσι ἐπιχειρήματα χρησιμότητος. Ὄχι διότι πρέπει· διότι εἶσαι.
Ὄχι βεβαίως ὅτι εἶναι ἀνάγκη νὰ εἶσαι Ἕλλην γιὰ νὰ ἀξίζῃ νὰ μαθαίνῃς ἀρχαῖα Ἑλληνικά. Ἀλλά, πόσο μᾶλλον. (Ἴσως, εὰν οἱ νεοέλληνες ἀφελληνισθοῦν, τὰ Ἑλληνικὰ συνεχίσουν νὰ τὰ μαθαίνουν οἱ ξένοι. (Ἀλλὰ δὲν θὰ εἶναι πιὰ ζωντανὴ γλῶσσα...) Δὲν κινδυνεύουν τόσο αὐτὰ χωρὶς ἐμᾶς, ὅσο ἐμεῖς χωρὶς αὐτά.)
[4] Βεβαίως, καλῶς, ἄριστα κάνει ὁ Σαραντάκος καὶ ξεκαθαρίζει τὰ ζητήματα ὁρισμένων «ἀστικῶν θρύλων», γιὰ νὰ μὴν παραπλανοῦνται οἱ ἀφελεῖς, καὶ μάλιστα οἱ νέοι. Ἂν καὶ ἴσως εἶναι ὑπερβολικὴ ἡ προθυμία του νὰ κατηγορήσει τὸν ἑλληνοκεντρικὸ χῶρο. Βλέπετε, ἀκὀμη καὶ στὸ ἡλεκτρονικὸ φόρουμ τῆς νεολαίας τοῦ ΛΑ.Ο.Σ., τὸ «λερναῖο κείμενο» εἶχε καταγγελθεῖ ἀπὸ σοβαροὺς νέους, (ὅμως ἡ κ. Βάσω Κιντῆ, ψευδόμενη, ἀπέδωσε τὸ κείμενο συκοφαντικῶς στόν ΛΑ.Ο.Σ.! (πού, καὶ νὰ εἶχε γράψει ἕνα παιδὶ σὲ κάποιο φόρουμ μιὰ μπαρούφα, τὶ θὰ σήμαινε αὐτὸ δὲν καταλαβαίνω...)) ἔπεσε ὅμως θύμα τώρα ὁ ὑπουργὸς Παιδείας. Ἄλλο ποὺ δὲν ἤθελαν οἱ «προοδευτικοὶ» νὰ ξεσκίσουν τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔστειλε γιὰ ἀνακύκλωσι τὸ παράνομο καὶ ἀντισυνταγματικὸ προπαγανδιστικὸ κουρελούργημα τῆς Ρεπούση καὶ τοῦ Λιάκου...
Ἐντάξει παιδιά, τὶ νὰ γίνει, φυσικὸ εἶναι θύματα τῶν φαρσῶν μὲ ἑλληνοκεντρικὰ θέματα νὰ πέφτουν περισσότερο οἱ ἑλληνοκεντρικοί, θύματα φαρσῶν γιὰ τὴν ζωὴ τοῦ Μάρξ οἱ μαρξιστὲς, θύματα τῆς φάρσας γιὰ τὴν δῆθεν ρατσιστικὴ δήλωσι τοῦ Τόμυ Χίλφιγκερ οἱ κομψὲς κυρίες! (Οἱ ὑπόλοιποι δὲν ξέρουν κἂν ποιὸς στὸ καλὸ εἶναι ὁ Τόμυ Χίλφιγκερ· ἐγὼ ἀπὸ τὴν φάρσα τὸν ἔμαθα.) Τὸ ὄτι ἔπεσε θύμα ὁ ὑπουργός (ναί, ἀφελέστατα), σημαίνει ὅτι τουλάχιστον τὸν συγκινεῖ ἡ γλῶσσα καὶ ἡ ἱστορία μας· πάλι καλά, διότι ἐδῶ ποὺ ἔχουμε φθάσει, αὐτὸ δὲν εἶναι καθόλου σίγουρο γιὰ τὸν καθένα. Εἶναι, λοιπόν, θετικὸ καὶ ἐλπιδοφόρο τὸ ὅτι κάποιοι ἐξακολουθοῦν νὰ συγκινοῦνται ἀπὸ αὐτὰ τὰ πράγματα...
Τὸ κακὸ εἶναι ἡ χρησιμοποίησις τῆς φάρσας ἀπὸ τοὺς ἑλληνόφοβους, γιὰ νὰ ὑποβάλουν τὴν ἰδέα ὅτι, ἀφοῦ τάχα οἱ ὑπὲρ τῆς Ἑλληνικῆς ἰσχυρισμοὶ τῆς φάρσας εἶναι ἀνακριβεῖς ἥ ἐντελῶς ψευδεῖς, τὸ ἴδιο ἰσχύει γιὰ κάθε ἰσχυρισμὸ ὑπὲρ τῆς Ἑλληνικῆς. Ἀφοῦ εἶναι ψεύτικοι οἱ ἀνύπαρκτοι ἰσχυρισμοὶ τοῦ... διευθυντοῦ τῆς Apple καὶ τοῦ CNN, τί σημασία ἔχει ποὺ ὁ Γεώργιος Μπαμπινιώτης καὶ ὁ Ὀδυσσέας Ἐλύτης ἔχουν πεῖ πολὺ περισσότερα καὶ οὐσιαστικότερα, ἀκόμη καὶ ἐντυπωσιακότερα (ἐὰν αὐτὸ εἶναι τὸ ζητούμενο), τὰ ὁποῖα θὰ μποροῦσαμε νὰ ἐπικαλεσθοῦμε; Ἐὰν δηλαδὴ ὑποθέταμε ὅτι χρειάζονται... δηλώσεις γιὰ τὴν Ἑλληνικὴ γλῶσσα, λὲς καὶ δὲν ἀρκοῦν τὰ ὕψιστα κατορθώματα τοῦ ἀνθρωπίνου Πνεύματος, τὰ ὁποῖα ἐννοήθησαν καὶ ἐπῆραν μορφὴ μ᾿ αὐτήν! (Καί, δευτερεῦον, ἀγνοεῖται συνήθως ἡ ἀρχὴ τῶν ὅποιων μυθευμάτων, ὅπου βεβαίως ὑπάρχει· π.χ. «οἱ ὑπολογιστὲς ὁμιλοῦν ἀρχαία ἑλληνικά»: αὐτόματη συντακτικὴ ἀνάλυσις («Time flies like an arrow. Fruit flies like a banana.»)· σχέσις λέξεων καὶ νοήματος: πρβλ. κατὰ Μπαμπινιώτη «ἐτυμολογικὴ διαφάνεια»· κ.ἄ.)
[5] Γράφει ὁ Γ. Καραμπελιᾶς («Χουλιγκάνου ἐγκώμιον», «Ἄρδην», τ. 38-39, Νοέμ. 2002): «Όταν ένας λαός βρίσκεται σε κρίση, όταν οι ελίτ της χώρας, όχι απλώς έχουν αποποιηθεί τον ρόλο τους ως πνευματική “ηγεσία” του έθνους, αλλά αντιθέτως πρωτοστατούν στη μεταμοντέρνα “διάλυσή” του, και την εκχώρησή του στο τουρκοδυτικό condominium, τότε τα ψήγματα αντίστασης που εξακολουθούν να υπάρχουν περιορίζονται σε αντιδράσεις “περιθωριακές” και καμιά φορά “στομαχικές”, ενστικτώδεις, πρωτόγονες ή “ερασιτεχνικές”. Η ανάγκη της εθνικής αυτοσυνειδησίας θα εκφραστεί μέσα από τις διόδους που μπορεί να διαμορφώσει ή και να εκβιάσει, υπερακοντίζοντας αυτήν την “προδοσία των διανοουμένων”. »
Ὁ Νίκος Σαραντάκος εἶναι γνωστὸς καὶ φίλος καμμιὰ δεκαετία ἀπὸ τὶς λίστες τοῦ Διαδικτύου. Διαφωνοῦμε ἐντόνως σὲ πολλὰ θέματα, βεβαίως, ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι ἄλλο ζήτημα. Ὅμως, ἀνεξαρτήτως τῶν ὅποιων ἰδεολογικῶν καὶ φιλοσοφικῶν διαφορῶν μας, πρῶτον, ἀγαπᾷ τὴν γλῶσσα μας, δεύτερον, πιστεύει ὅτι ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα ὑπάρχει καὶ ἔχει ἱστορία μακραίωνη. (Τονίζω αὐτὰ τὰ βασικά, διότι ὁρισμένοι ἀκραῖοι ἐθνομηδενιστές, ὡς γνωστόν, τὰ ἀρνοῦνται.)
Ὁ Νίκος ἔχει, σὺν τοῖς ἄλλοις, τὸ ἐξῆς προσόν. Εἶναι, καὶ φιλόλογος, καὶ μηχανικός τοῦ Μετσοβίου. Τὸν διακρίνει, καὶ ἡ γνώσι καὶ εὐαισθησία γιὰ τὴν γλῶσσα, καὶ ἡ εὐστροφία, ἡ ἀκρίβεια καὶ ἡ στερεότης τῆς σκέψεως τοῦ μηχανικοῦ τοῦ Μετσοβίου. (Συγχωρέστε μου τὴν σωβινιστικὴ ἀναφορὰ στὸ Ε.Μ.Π.!) Ἡ ἐργασία του εἶναι προσεγμένη καὶ διακρίνεται ἀπὸ ἐπιστημονικὴ ἀκρίβεια. (Μιὰ κριτικὴ ἐδῶ.)
Ἡ δική μου ἄποψις τώρα. Φυσικὰ διαφωνοῦμε σὲ πολλά, ἰδεολογικῶς και φιλοσοφικῶς. Τὸ εἶπα ἤδη. Ἐγὼ τὸ βιβλίο του τὸ βρίσκω χρήσιμο καὶ ὠφέλιμο. Ἀλλὰ γιὰ διαφορετικοὺς λόγους ἀπὸ αὐτοὺς γιὰ τοὺς ὁποίους τὸ ἐκτιμοῦν ἄλλοι.
Ἐγὼ βρίσκω τὸ βιβλίο ὠφέλιμο, διότι μὲ βοηθᾷ νὰ μάθω καλύτερα Ἑλληνικά. Μὲ βοηθᾷ νὰ ξεδιαλύνω μερικὰ λεπτὰ σημεῖα τῆς γλώσσας μας. Παρ᾿ ὅλο ποὺ διαφωνῶ σὲ ὁρισμένα ἰδεολογικὰ ζητήματα. Ἄλλοι, τὸ βρίσκουν χρήσιμο γιὰ νά... «κατατροπώσουν τοὺς ἐθνικιστές», καταρρίπτοντας τὸ μύθευμα τοῦ «Hellenic Quest» καὶ τῶν ἕξι ἑκατομμυρίων λέξεων! Λὲς καὶ σὲ μιά... διαδικτυακὴ φάρσα στηρίζεται ἡ ἀξία τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας καὶ ὁ πλοῦτος τῆς παραδόσεώς μας! [Σημ. 4] Ἄλλοι, πολύ χειρότεροι, μπορεῖ νὰ ἐκτιμοῦν τὸ βιβλίο ὡς ὅπλο γιὰ νὰ προωθήσουν τὴν κατάργησι τῆς διδασκαλίας τῶν ἀρχαίων Ἑλληνικῶν (κάτι ποὺ δὲν εἶναι κἂν στὶς προθέσεις τοῦ συγγραφέως) - ἢ καὶ τῶν Ἑλληνικῶν γενικῶς.
Δὲν θὰ ὑπεισέλθω σὲ εἰδικότερα σχόλια. Δύο εἶναι οἱ κεντρικοὶ ἄξονες τῆς προβληματικῆς τοῦ συγγραφέως:
Πρῶτον, ὁ ἔλεγχος καὶ ἡ ἀναίρεσις τῶν παραπλανητικῶν λαϊκῶν μυθευμάτων γιὰ τὴν Ἑλληνικὴ γλῶσσα.
Ἤδη ἐσχολίασα. Ἀλλά, ἕνα μεγάλο «ἀλλά» ἔχει γράψει ὁ Γιῶργος Καραμπελιᾶς («Χουλιγκάνου ἐγκώμιον», «Ἄρδην», τ. 38-39, Νοέμ. 2002). Δὲν ἔχω νὰ προσθέσω τίποτε ἄλλο. [Σημ. 5]
Δεύτερον, ἡ κριτικὴ κατὰ τοῦ κινήματος τοῦ «νεοκαθαρευουσιανισμοῦ». Μέρος αὐτῆς τῆς προβληματικῆς, τὸ πολυτονικό, στὸ ὁποῖο ὁ συγγραφεὺς ἐπιτίθεται μὲ ἀκατανόητη ὀξύτητα.
Ὁ συγγραφεὺς ἐπισημαίνει πολλὰ λάθη ὅσων ἐπιχειροῦν, χωρὶς ἐπαρκῆ γνώσι, νὰ χρησιμοποιήσουν λογίους τύπους, λανθασμένα καὶ ἐκεῖ ποὺ δὲν ἀρμόζει. Και πολὺ καλὰ πράττει καὶ ἐπισημαίνει αὐτὰ τὰ λάθη.
Ἐνστάσεις καὶ ἐρωτήσεις:
(1) Τί προτείνει; Ἐγώ συμπεραίνω τὸ προφανές. Δὲν διδασκόμαστε ἐπαρκῶς τὴν γλῶσσα, καὶ δὴ τὴν λόγια γλωσικὴ παράδοσι, ἄρα χρειαζόμαστε περισσότερη καὶ καλύτερη διδασκαλία. Ἄλλοι συμπεραίνουν ὅτι ὁ λόγιος γλωσσικός πλοῦτος μᾶς δυσκολεύει, ἄρα πρέπει νὰ τὸν καταργήσουμε. Πονάει κεφάλι, κόψει κεφάλι.
(2) Μοῦ δίδει τὴν ἐντύπωσι ὅτι, μὲ ἀφορμὴ τὰ λάθη αὐτά, ἐπιτίθεται στὴν γλῶσσα (τὴν λόγια), λὲς καὶ ἡ γλῶσσα φταίει ποὺ ἐμεῖς κάνουμε λάθη! Μά, τί νὰ κάνουμε ποὺ ἔχουμε γλῶσσα ποὺ κουβαλᾷ ἱστορία χιλιετιῶν! (Ἱστορία ἐνυπάρχουσα ζωντανὴ στὸ παρόν τῆς γλώσσης.)
Ἡ διαφωνία μου εἶναι θεμελιώδης. Ἢ εἴμαστε Ἕλληνες ἢ δὲν εἴμαστε. Καὶ ἡ ἱστορία μας ἐνυπάρχει ὁλόκληρη στὸ παρόν. Καὶ νὰ θέλαμε, ὡς νεοταξικοὶ Προκροῦστες, νὰ διαγράψουμε τὸ παρελθόν μας, αὐτὸ θὰ ἦταν ἀδύνατον χωρὶς βάρβαρο ἀκρωτηριασμό. Δὲν εἴμαστε πρωτόγονη κοινωνία χωρὶς ἱστορία καὶ γραπτὴ γλωσσικὴ παράδοσι. (Σημειωτέον, ὅτι ἡ γλῶσσα τῶν ὅποιων πρωτογόνων τῆς Ἀφρικῆς εἶναι τέλεια -γιὰ αὐτοὺς- καὶ ὄχι «κατώτερη», ὅπως μᾶς διδάσκει ἡ γλωσσολογία, ἀφοῦ ταιριάζει ἀπολύτως στὸ περιβάλλον τους καὶ ἰκανοποιεῖ τὶς ἀνάγκες τους. Ναί. Ἀλλὰ δὲν ταιριάζει σὲ ἐμᾶς. Μπορεῖτε νὰ καταλάβετε τὴν διαφορά, κύριοι «προοδευτικοί»; Καὶ ἡ Ὁργουελιανὴ newspeak, δὲν εἶναι «κατώτερη» γλῶσσα, εἶναι τέλεια καὶ ἰκανοποιεῖ ἀπολύτως τὶς ἀνάγκες τῶν δούλων τοῦ Μάτριξ. Ναί, κύριοι «προοδευτικοί», ἀλλὰ δὲν εἴμαστε οὔτε θέλουμε ἐμεῖς νὰ γίνουμε τέτοιοι. Κατανοητόν; Ὡραῖα, ξεκαθαρίσαμε τὰ περὶ «ἀνωτερότητος», «κατωτερότητος» καὶ «ρατσισμοῦ». Πᾶμε παρακάτω.)
Δεύτερον. Ἡ λόγια γλῶσσα δὲν εἶναι καινοφανὲς παίγνιον ὁλίγων διανοουμένων σὰν τὸν Ζουράρι. Οὔτε ἀμήχανη ἀπόπειρα νὰ δείξει κάποιος ὅτι ἔχει κύρος.
Κατ᾿ ἀρχὴν οἱ «καθαρευουσιάνοι» βοήθησαν να διαμορφωθῇ ἡ Νέα Ἑλληνική. Παραγνωρίζεται ἡ μεγάλη προσφορὰ τοῦ Κοραῆ καὶ λοιπῶν λογίων, ὅπως ἔχει πολλὲς φορὲς ἐπισημάνει ὁ Γ. Μπαμπινιώτης. (Ἀρκεῖ νὰ δοῦμε, ὅσον ἀφορᾷ στὸ λεξιλόγιο μόνον, τὴν «Συναγωγὴ νέων λέξεων, ὑπὸ τῶν λογίων πλασθεισῶν» τοῦ Στεφάνου Κουμανούδη, 1900. Οἱ σημερινοὶ «προοδευτικοὶ» θὰ ἔλεγαν ὅτι εἶναι... «ρατσιστικὸ» νὰ πλάθουμε λόγιες λέξεις καὶ νὰ ἐξελληνίζουμε ξένες, ἀλλὰ τότε δὲν ὑπῆρχαν εὐτυχῶς «προοδευτικοί». (Οὔτε τὸ 1821· καὶ ἂν ὑπῆρχαν, ἀνέλαβε ὁ Γέρος τοῦ Μοριᾶ τὰ δέοντα.)) Τελικῶς, ἡ ἁπλὴ καθαρεύουσα ἐπέτυχε, τρόπόν τινα, μετὰ ἀπὸ αἰῶνες, τὴν ἑνοποίησι τῆς Ἑλληνικῆς· καὶ θὰ τὸ ἐπετύγχανε πολὺ καλύτερα, ἐὰν δὲν ἐνέσκηπτε, μετὰ τὸ 1974, ἡ φανατισμένη λαῖλαψ τῶν γλωσσοκτόνων πρασινοφρουρῶν καὶ τῶν συνοδοιπόρων τους (Χρῆστος Γιανναρᾶς, «Καταστροφὴ τραγικότερη τῆς Μικρασιατικῆς», «Ἡ Καθημερινή», 28-4-1996)
Εἶναι προφανὲς σὲ κάθε καλόπιστο ἄνθρωπο, καὶ δὲν νομίζω ὅτι θὰ τὸ ἀρνηθῇ ὁ Νίκος Σαραντάκος, ὅτι, κατ᾿ ἀρχὴν ἔστω, ὑγιὴς ἀντίδρασις ἔναντι τῆς ἐπιδρομῆς τῆς ξύλινης γλώσσας τοῦ λαϊκισμοῦ, τοῦ ἰσοπεδωτισμοῦ, τῆς εὐτέλειας, τῆς ἀναστροφῆς τῶν ἠθικῶν ἀξιῶν, ὑπῆρξε ἡ νεώτερη ἀγάπη τοῦ κόσμου γιὰ τὸν λόγιο πλοῦτο τῆς γλώσσας μας. Ἀγάπη, ἡ ὁποία, τὴν ἐποχὴ τοῦ καθεστῶτος τῆς 21ης Ἀπριλίου εἶχε γίνει ἀντιπάθεια. Ἀλλὰ σήμερα δὲν ζοῦμε στὴν ἐποχὴ τῆς χούντας. Ἄλλα εἶναι αὐτὰ ποὺ μᾶς ἀπειλοῦν.
Καί, σήμερα, ἕνας πολὺ σημαντικότερος λόγος παρεκίνησε τοὺς Ἕλληνες νὰ ἐκτιμήσουν τὸν λόγιο πλοῦτο τῆς γλώσσης. Ἡ παγκόσμια, ἐκμηδενιστικὴ βία τῆς νεοταξικῆς ἐξουσίας. Δὲν εἶναι... χουντικοί, πλέον (ἂν ἦταν ποτέ), οἱ «γλωσσαμύντορες». Εἶναι οἱ ἀπροσκύνητοι Ἕλληνες, κάθε ἰδεολογίας. Βλέπε ἕνα χαρακτηριστικὸ παράδειγμα στὸ δημοσίευμά μου «Ἄγγελος Ἐλεφάντης καὶ Σπύρος Μοσχονᾶς». Ὁ Γ. Καραμπελιᾶς σημειώνει χαρακτηριστικά (εἰσαγωγὴ τοῦ ἀφιερώματος τοῦ «Ἄρδην» (τ. 30-34) στὴν Ἑλληνικὴ Γλῶσσα): «“Η γλώσσα δεν κινδυνεύει” διακηρύττουν οι “εκσυγχρονιστές”, κεκράχτες των μεγάλων εκδοτικών συγκροτημάτων και των πολυεθνικών, ενδεδυμένοι “τα παλιά δοξασμένα κουρέλια” του αγωνιστικού δημοτικισμού [και μαζί τους δυστυχώς και μερικοί ειλικρινείς και καθυστερημένοι υποστηρικτές της παλαιάς γλωσσικής αντιπαράθεσης]. Κατά τον ίδιο τρόπο επιστρατεύτηκαν τα παλιά “λαμπερά κουρέλια” του διεθνισμού και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για να δικαιολογηθεί η επίθεση κατά της Γιουγκοσλαβίας. Προβάλλουν και πάλι, λοιπόν, τον “κίνδυνο” του “γλωσσικού εθνικισμού ή καθαρολογισμού”. Συσκοτίζοντας το γεγονός ότι η αντιπαράθεση, δημοτικισμού και καθαρεύουσας, έχει σήμερα υποκατασταθεί από μια νέα, από την αντιπαράθεση μεταξύ της ελληνικής γλώσσας στη συγχρονία και τη διαχρονία της, και των μηχανισμών εκπτώχευσης και περιθωριοποίησής της, της γλωσσικής παγκοσμιοποίησης και ισοπέδωσης. Τώρα πια ο Βηλαράς και ο Βούλγαρης, ο Κοραής, και ο Τριανταφυλλίδης, ο Σολωμός και ο Παπαδιαμάντης, βρίσκονται στο ίδιο στρατόπεδο. Και στο απέναντι γνωρίζομε ποιοι βρίσκονται, γνωρίζομε τα εκδοτικά συγκροτήματα, τους πολιτικούς, τους διανοούμενους υπηρεσίας, που, στο όνομα μιας ξεπερασμένης αντίθεσης, και της αντίληψης πως “η γλώσσα δεν κινδυνεύει”, συντάσσονται σήμερα με τους οπαδούς της παγκοσμιοποίησης. Και βέβαια, κατά κυριολεξία, η “γλώσσα” δεν κινδυνεύει, όπως τονίζει και ο Σαράντος Καργάκος, κινδυνεύουν όμως σε μερικές δεκάδες ή εκατοντάδες χρόνια να μην υπάρχουν εκείνοι που τη χρησιμοποιούν σαν ζωντανό εργαλείο και να διατηρηθεί ως απολίθωμα, ως νεκρή γλώσσα σαν τα λατινικά.» Λοιπόν, μοῦ φαίνεται ὅτι ὁ Νίκος Σαραντάκος ἐξακολουθεῖ νὰ ἀναλίσκεται σὲ κυνήγι χουντικῶν μαγισσῶν!
Ὡστόσο ἐπισημαίνει μὲ ἀκρίβεια πολλὰ λάθη ποὺ συνηθίζονται, καὶ πολλὰ λεπτὰ σημεῖα τῆς γλώσσας μας. Ἔχει ἐπὶ παραδείγματι ἕνα κεφάλαιο μὲ τίτλο «Ο δωδεκάλογος της νεοκαθαρεύουσας». Ὡραιότατο, Νίκο! Εὐχαριστῶ ποὺ μὲ βοηθᾷς νὰ μὴν κάνω αὐτὰ τὰ λάθη! Ἀλλά, οἱ περισσότεροι, καί, φοβοῦμαι, ἐσὺ ὁ ἴδιος, προωθεῖτε τὴν ἰδέα ὅτι... δὲν εἶναι λάθη, διότι ὑπάρχει λόγος ποὺ γίνονται, αὐτὴ εἶναι ἡ τάσι τῆς γλώσσας, καὶ κάποτε τὰ λάθη θὰ γίνουν σωστά, καὶ καλῶς θὰ γίνουν, καὶ μακάρι νὰ γίνουν, ἄρα ἂς γράφουμε ὅ,τι θέλουμε!
Διαστρέφω τὸ νόημα τῶν γραφομένων σου; Ἄν ναί, συγγνώμη. Ἀλλά. Παραδέχεσαι π.χ. ὅτι το «ὡς» καὶ ἐσώθη ἀπὸ τὴν μαλλιαρὴ λαίλαπα καὶ χρησιμοποιεῖται εὐρέως. Ἀλλά, λές, δὲν εἶναι πάντοτε εὐδιάκριτη ἡ διαφορὰ τῆς σημασίας του ἀπὸ τὸ «σάν». Μά, οἱ ἐξαιρέσεις δὲν κάνουν τὸν κανόνα! Γενικῶς, ὑπάρχει διαφορά. Καὶ καλῶς ὑπάρχει, καὶ εἶναι πλοῦτος γιὰ τὴν γλῶσσα τὸ ὅτι ὑπάρχει! (Ὅπως καὶ γιὰ πολλὲς ἄλλες περιπτώσεις ὅπου βρίσκεις ἐξαιρἐσεις, καὶ γιὰ τὴν δασεία, καὶ γιὰ λόγιες λέξεις, καὶ τὸ ποιητικὸ «ἐπέστρεψε» τοῦ Καβάφη.) Ἀλλὰ ἀκόμη καὶ τὴν δυνατότητα ποὺ δίνει ἡ λόγια μορφὴ τῆς γλώσσης γιὰ ἐπιλογὴ διαφορετικοῦ κάθε φορὰ ὕφους, ἀρμόζοντας στὴν περίστασι. (Ὀρθῶς ἐπισημαίνεται, ὅμως, τὸ λάθος νὰ χρησιμοποιεῖται ἐπίσημο ὕφος ἐκεῖ ποὺ δὲν ἀρμόζει (συχνὰ μὲ ἀποτέλεσμα ξεκαρδιστικὲς γκάφες), ἐκτὸς ἐὰν γίνεται χάριν παιδιᾶς, βεβαίως.) Καί, ἀφοῦ ὑπάρχουν ἐξαιρέσεις, τί; Δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχει διαφορὰ πουθενά; Ὥστε, τελικῶς, νὰ τὸ καταργήσουμε τὸ «ὡς»; Παρ᾿ ὅλο ποὺ καὶ ἐπέζησε καὶ θάλλει;
(3) Τὸ πολυτονικό. Ἐδῶ ἡ διαφωνία μου μὲ τὸν συγγραφέα εἶναι ἀπόλυτη. Καὶ ὅσον ἀφορᾷ στὶς ἀπόψεις μου γιὰ αὐτὸ καθ᾿ ἑαυτὸ τὸ πολυτονικό, τὶς ὁποῖες πολλάκις ἔχω ἀναπτύξει, ἀλλά, ἀκόμη περισσότερο γιὰ κάτι ἄλλο. Εἰλικρινῶς, μέ ἐξένισε ἡ ὀξεία καὶ ὁλότελα ἄδικη ἐπίθεσι στὴν Κίνηση Πολιτῶν γιὰ τὴν Ἐπαναφορὰ τοῦ Πολυτονικοῦ Συστήματος. Στὴν ὁποία ἀποδίδεται ἀκόμη καί... κομματικὴ στράτευσι! Ὅταν πρόκειται γιὰ ἕναν δικτυακὸ τόπο ὑπόδειγμα ποὺ καμμία σχέσι δὲν ἔχει μὲ τὴν πολιτική. Δημιούργημα τοῦ Γιάννη Χαραλάμπους, καθηγητοῦ πληροφορικῆς στὴν Ἀνωτάτη Ἐθνικὴ Σχολὴ Τηλεπικοινωνιῶν Βρετάνης (Βρέστη, Γαλλία) καί, μὲ τὴν σύζυγό του, τυπογράφου, καὶ μερικῶν φίλων. (Ὁ Γιάννης Χαραλάμπους εἶναι καὶ συγγραφεὺς τοῦ «Fonts and encodings», O'Reilly, 2007. Κορυφαῖο στὸ εἶδος του παγκοσμίως.)
Ἕνας δικτυακὸς τόπος γιὰ τὸ πολυτονικὸ καταπληκτικός, ποὺ πέτυχε ὅτι δὲν εἶχε καταφέρει τὸ ἀνύπαρκτο Ἑλληνικὸ κράτος τόσα χρόνια. Ἱστορία, γλῶσσα, πληροφορικὴ νὰ συνδυασθοῦν μὲ ἐπιστημονικὴ ἐπάρκεια καὶ ὡλοκληρωμένα· γιὰ πρώτη φορὰ ἐπαρκεῖς, ὡλοκληρωμένες καὶ πλήρεις ὁδηγίες (ἀπὸ γραμματικοὶ κανόνες, μέχρι ὁδηγίες γιὰ κάθε λειτουργικὸ σύστημα καὶ ὑπολογιστικὸ περιβάλλον) καὶ ἐργαλεῖα (γραμματοσειρές, ὁδηγοὶ πληκτρολογίου), γιὰ κάθε ἀνάγκη, ἀπὸ πληκτρολόγησι πολυτονικοῦ μέχρι HTML καὶ OCR. Ἐπιτέλους, γιὰ πρώτη φορά, κάτι ποὺ πραγματικὰ ἔλειπε ἀπὸ τὴν Ἑλληνικὴ πληροφορική· ὁ καθένας μας ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ χρησιμοποιήσει πολυτονικό, ὅπου τοῦ χρειάζεται.
Καὶ ὄχι μόνον αὐτά. Και ἱστορία. (Π.χ. ἡ ψηφιοποίησις τῆς ἐξαιρετικὰ δυσεύρετης «Ἀντιδικίας τῶν τόνων». (Οἱ μονοτονιστὲς προέβαλλαν μόνο τοὺς δικούς τους...)) Καὶ πρωτότυπη γλωσσολογικὴ ἔρευνα (π.χ. ἀναίρεσις τῶν ψευδῶν τῶν μονοτονιστῶν περὶ δῆθεν ὑποστηρίξεως τοῦ μονοτονικοῦ ἀπὸ τὸν Χατζιδάκι καὶ τὸν Βιλαμόβιτς· βεβαίως, ἡ ἀναίρεσις αὐτοῦ τοῦ ἀστικοῦ μύθου, τοῦ ἀναπαραγόμενου περὶ Χατζιδάκι ψεύδους τῶν μονοτονιστῶν, δὲν ἀναφέρεται στὸ βιβλίο τοῦ Νίκου Σαραντάκου.) (Ἄ ναί, παρεμπιπτόντως ὁ Βιλαμόβιτς ἔχει γράψει ὅτι «ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα εἶναι ἀνωτέρα κάθε ἄλλης καὶ ἡ ἑλληνικὴ φυλὴ ἀνωτέρα κάθε ἄλλης», ἀλλὰ δὲν τὸν ἐπικαλοῦνται γι᾿ αὐτὸ οἱ «προοδευτικοί»!) Καὶ λογοτεχνικὰ κείμενα, καὶ ἄρθρα (πλουσιότατη συλλογὴ) καὶ ἀπόψεις καὶ ἱστοσελίδες. Καὶ γραμματική, καὶ ἁπλὰ μαθήματα, καί παιχνίδια ἀκόμη ἐκμάθησης τοῦ πολυτονικοῦ! Καὶ φωτογραφίες πολυτονικῶν ἐπιγραφῶν! (Καὶ μόνον αὐτὴ ἡ συλλογὴ εἶναι προσφορὰ στὴν τέχνη καὶ στὴν λαογραφία!)
Καὶ αὐτὸ τὸ σπουδαῖο ἔργο διαγράφεται ἐξ ὁλοκλήρου. Κρίμα κι ἄδικο.
Πάντως, παρὰ τὶς διαφωνίες μου, σοβαρὲς σὲ ὁρισμένα σημεῖα, εὔχομαι καλὴ ἐπιτυχία στὸν Νίκο Σαραντάκο, διότι προσφέρει στὴν γλῶσσα μας. Ἄλλωστε, οἱ διαφωνίες, ὅταν ὑπάρχει καλὴ προαίρεσις, εἶναι ἐποικοδομητικές.
Σημειώσεις:
[1] Ἀκροτελεύτια διάταξις τοῦ Συντάγματος: «O σεβασμός στο Σύνταγμα και τους νόμους που συμφωνούν με αυτό και η αφοσίωση στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση όλων των Eλλήνων. H τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Eλλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία.» Λακωνικότεροι οἱ Ρωμαῖοι ἔλεγαν «salus populi suprema lex esto»· ὑπέρτατος νόμος ἡ σωτηρία τοῦ Λαοῦ.
[2] Σημειωτέον, τὴν διαδήλωσι τοῦ Κ.Κ.Ε. ἡ χούντα τῆς Ντόρας καὶ τοῦ Λαζόπουλου δὲν τὴν ἀπαγόρευσε, ὅπως ἔκανε τὶς τελευταῖες ἡμέρες μὲ τρεῖς (!) ἐκδηλώσεις Ἑλλήνων πατριωτῶν. Βλέπετε, ἐὰν δὲν εἶσαι ἀριστερός, οὔτε γιὰ τὴν Μακεδονία καὶ τὴν Κύπρο δὲν μπορεῖς νὰ φωνάζεις... Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὁ εὐρύτερος πατριωτικὸς χῶρος εὐθύνεται γιὰ τὸ ὅτι δὲν ἔχει καταφέρει νὰ συστήσει ἕνα διαπαραταξιακὸ πατριωτικὸ μέτωπο, πέραν τῶν δευτερευουσῶν -καὶ συχνὰ τεχνητῶν- διαφορῶν Ἀριστερᾶς καὶ Δεξιᾶς. Ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνον ἡ μονολιθικότης τοῦ Κ.Κ.Ε. (ἡ ὁποία βολεύει βεβαίως τοὺς Νεοτάξ, γιὰ νὰ «καλουπώνουν», νὰ συκοφαντοῦν καὶ νὰ περιθωριοποιοῦν τὶς ἀντιδράσεις («πφ, οἱ παρωπιδικοὶ κουκουέδες φωνάζουν γιὰ νὰ φωνάζουν»)· εἶναι δυστυχῶς καὶ πολλοὶ τοῦ εὐρύτερου χώρου τῆς πατριωτικῆς Ἀριστερᾶς, π.χ. ὁ χῶρος τοῦ «Ἄρδην» (Καραμπελιᾶς) καὶ τοῦ «Ρεσάλτου», οἱ ὁποῖοι θυμήθηκαν ἐσχάτως νὰ ἀποδοθοῦν σὲ κυνήγι... κακῶν ἐθνικιστικῶν μαγισσῶν καὶ στοχοποίησι τοῦ ΛΑ.Ο.Σ., χέρι- χέρι μὲ τὸν Λαζόπουλο καὶ τὸν ΣΥΡΙΖΑ. Ἐντάξει βρὲ παιδιά, ἐπιτρέψτε καὶ σ᾿ ἐμᾶς τοὺς κακοὺς ἐθνικιστὲς νὰ ἀγωνιοῦμε γιὰ τὰ ἐθνικὰ θέματα, δὲν τὸ κάνουμε γιὰ νὰ σᾶς φᾶμε καμμιὰ πελατεία (γιὰ νὰ μὴν πῶ ὅτι, ὅταν κάποτε ἐμεῖς μιλούσαμε γιὰ Ἑλλάδα, μερικοὶ ποὺ δὲν εἴχατε ἀκόμη ἀνακαλύψει τὸν πατριωτισμό, ὑμνούσατε τὸν Στάλιν καὶ τὸν Ἐνβέρ Χότζα), τὸ ξέρουμε ὅτι ἔχουμε διαφορές, ἀλλὰ ἀφῆστε νὰ ἀκούγονται ὅλες οἱ πατριωτικὲς φωνές! Φτάνει πιὰ μὲ τὸ ἀντιδεξιὸ σύμπλεγμα! Ἂς ἀκούγεται καὶ ὁ ΛΑ.Ο.Σ., δὲν πειράζει, ἂς ἀκουστεῖ καὶ κάποιος ἄλλος στὸ κοινοβούλιο ἐκτὸς ἀπὸ τὸ πρασινοκοκκινομπλὲ κατεστημένο τῆς ὑποτέλειας. Ὁ ΛΑ.Ο.Σ. τὰ καταφέρνει, παρὰ τὰ ἐλαττώματα καὶ τὶς παιδικὲς ἀσθένειες. Μποροῦμε καὶ καλύτερα, ἀλλὰ εἶναι ἐπιτέλους κάτι νέο, μιὰ παριωτικὴ φωνὴ ποὺ καταφέρνει νὰ ἀκουστεῖ. Ἂς ἀκούσουμε καὶ τὸν Ἄδωνι Γεωργιάδη νὰ μᾶς μιλᾷ γιὰ την ἀρχαία Ἑλλάδα, τὴν Ἱστορία μας ποὺ κάποιοι ἄλλοι θάβουν. Δὲν βλάπτει! Καί, μακάρι καὶ στὸν χῶρο τῆς Ἀριστερᾶς νὰ δημιουργηθεῖ ἕνα ἐναλλακτικὸ πατριωτικὸ ρεῦμα, μὲ παρουσία καὶ στὸ πολιτικὸ προσκήνιο, ὄχι μόνον στὸν ἐκδοτικὸ χῶρο μὲ τὴν ἀξιόλογη παρουσία τοῦ «Ἄρδην». Μακάρι! Κάθε πατριωτικὴ φωνή, ἐκ δεξιῶν ἢ ἀριστερῶν, γιὰ καλὸ εἶναι.
[3] Εἷς ἐκ τῶν ὁμιλητῶν, ὁ Παντελῆς Μπουκάλας, ἐσχολίασε: Καὶ τί σημασία ἔχει ποὺ τὸ «Μακεδνὸς» εἶναι ἑλληνική λέξη; ...
Ἔτερος, ὁ μεταφραστὴς Ν. Λίγγρης, ἐσχολίασε ὅτι τὸ πολυτονικὸ «δὲν εἶναι χρήσιμο». Αὐτὸ ἦταν τό ἐπιχείρημα ἐναντίον τοῦ πολυτονικοῦ. Ἡ ἐργαλειακὴ χρησιμότης, καὶ πέραν τούτου οὐδέν! (Ἂν δεχθοῦμε -ποὺ δὲν δεχόμεθα- ὅτι δὲν ἔχει καὶ ἁπλὴ χρησιμότητα τὸ πολυτονικό.) Καὶ νὰ λέγῃ καὶ νὰ ξαναλέγῃ ὁ καθηγητὴς τῆς γλωσσολογίας Κ. Κανάκης ὅτι «ἡ γλῶσσα εἶναι ἐργαλεῖο», καὶ «ἐργαλεῖο», καὶ ξανὰ «ἐργαλεῖο»... καὶ πέραν τούτου; Οὐδέν; Συγγνώμη κύριε καθηγητά, ἀλλά, ἐκτὸς ἀπὸ ἐργαλεῖο, γιὰ κάποιους ἀπὸ ἐμᾶς ἡ γλῶσσα εἶναι καὶ ποίησις, καὶ πολιτισμὸς καὶ ἱστορία καὶ παράδοσις καὶ τέχνη, καὶ ὄνειρο καὶ συνειρμοὶ καὶ ψυχισμὸς καὶ μουσική, καὶ ἱερουργία καὶ ἀναβάπτισις μυητικὴ στὰ ζωογόνα νάμματα τοῦ ἑλληνισμοῦ... Ἐὰν ἐσεῖς ἀρκεῖσθε στὴν ἐργαλειακὴ μηχανιστικὴ χρήσι, σᾶς ἀρκεῖ καὶ ἡ Ὀργουελικὴ neaspeak (ὁ Ὄργουελ στὸ «1984» περιγράφει λεπτομερῶς τὴν κατασκευὴ καὶ λειτουργία τῆς newspeak, ἡ ὁποία neaspeak ἐπιτυγχάνει ἀκριβῶς τὴν μηχανιστικὴ ἐπικοινωνία χωρὶς σκέψι). (Παραπέμπω καὶ πάλι στὸν Ὀδυσσέα Ἐλύτη. Λέγει ὁ μεγάλος μας ποιητὴς στὸν λόγο του κατὰ τὴν ἀπονομὴ τοῦ βραβείου Νομπέλ: «Εάν η γλώσσα αποτελούσε απλώς ένα μέσον επικοινωνίας, πρόβλημα δεν θα υπήρχε. Συμβαίνει όμως ν' αποτελεί και εργαλείο μαγείας και φορέα ηθικών αξιών. Προσκτάται η γλώσσα στο μάκρος των αιώνων ένα ορισμένο ήθος. Και το ήθος αυτό γεννά υποχρεώσεις. [...]») Ἄλλοι ἀρκοῦνται στὴν «χρησιμότητα»...
Ὁ Ν. Λίγγρης πάλι, ἰσχυρίσθηκε ὅτι τὰ παιδιά μας ἢ τὰ ἐγγόνια μας θὰ ὁμιλοῦν... ἀγγλικά! Καὶ δὲν τὸ εἶπε γιὰ κακό! Σοβαρά! Προσέθεσε δέ, ἀφοῦ ἐκτόξευσε τὸ κεραμίδι, ὅτι, οὔτε θὰ ἐξαναγκασθοῦν νὰ ὁμιλοῦν ἀγγλικά, οὔτε θὰ αἰσθάνονται καταπιεσμένοι καὶ δυστυχισμένοι ποὺ θὰ μιλοῦν ἀγγλικά! Τὶ νὰ πεῖς! Ὅσο καὶ ἐὰν τὸ εἶπε ἐπιδιώκοντας ἀκριβῶς νὰ προκαλέσῃ, τὶ νὰ τοῦ ἀπαντήσῃς ἐὰν δὲν ἀντιλαμβάνεται ὅτι ἡ ἀλλοτρίωσις καὶ ἡ δουλεία δὲν εἶναι ἐξωτερική, δὲν σὲ ἀναγκάζει κανεὶς μὲ τὸ πιστόλι στὸν κρόταφο (συνήθως), ἀλλὰ πολὺ περισσότερο ἐσωτερική. Ἀνεπαισθήτως ὑψώνονται τὰ τείχη τῆς φυλακῆς, κύριε. Ἀνεπαισθήτως, λέγει ὁ ποιητής, μέχρι νὰ ἔλθει ἡ μέρα ποὺ θὰ θυμόμαστε -ἂν θυμόμαστε κἂν- ποίοι εἴμαστε, ποιοὶ πλαστήκαμε νὰ εἴμαστε, σὰν τοὺς Ποσειδωνιᾶτες...
Ἀλλά, ὅταν οἱ ἴδιοι «ἐκσυγχρονιστὲς» ἰσχυρίζονται ὅτι δὲν ἔχει σημασία ἐὰν τὰ παιδιά μας θα μιλοῦν ἀγγλικὰ καὶ ἡ Ἑλληνικὴ θὰ ὑπάρχει μόνον στὰ βιβλία, τότε ἀποδεικνύεται ξεκάθαρα πόσο δίκιο ἔχουμε ὅσοι ἐξακολουθοῦμε νὰ ἀγωνιζόμεθα.
Ἡ βαθύτερη διαφορά μας, τελικῶς, μὲ τοὺς «ἐκσυγχρονιστὲς» δὲν εἶναι ἐπὶ τῆς μεθόδου τῆς διδασκαλίας, τῶν διατιθέμενων πόρων γιὰ τὴν παιδεία, οὔτε διαφορὰ γλωσσολογική. Οὔτε κἄν, τελικῶς, διαφορὰ ἰδεολογική. Ἡ βαθύτερη διαφορὰ μας εἶναι ὀντολογική. Εἴμεθα Ἕλληνες (φύσει, ὄχι ἁπλῶς ἰδεολογικῶς), βιωματικῶς καὶ συνειδητῶς μετέχοντες στὸ Γένος, ἀντλώντας ζωὴ καὶ ὕπαρξι ἀπὸ τὸ διαχρονικό μας Σῶμα, γνῶστες τῆς ὑπερηφάνειας καὶ τοῦ χρέους ποὺ συνεπάγεται ἡ μετοχή μας σ᾿ Αὐτό; («ἤρθαν, πέρασαν, θὰ ἔρθουν, θὰ περάσουν, κριτὲς θὰ μᾶς δικάσουν, οἱ ἀγέννητοι, οἱ νεκροί», ὁ στίχος τοῦ Κωστῆ Παλαμᾶ, ὁ πλέον προσφυὴς ποιητικὸς ὁρισμὸς τῆς ἐννοίας «ἔθνος».) Τὸ ἐρώτημα εἶναι όντολογικόν· τὶ εἶσαι. Ἐὰν εἶσαι Ἕλλην, αὐτονόητα μαθαίνεις Ἑλληνικά. Δὲν ἔχουν θέσι ἐπιχειρήματα χρησιμότητος. Ὄχι διότι πρέπει· διότι εἶσαι.
Ὄχι βεβαίως ὅτι εἶναι ἀνάγκη νὰ εἶσαι Ἕλλην γιὰ νὰ ἀξίζῃ νὰ μαθαίνῃς ἀρχαῖα Ἑλληνικά. Ἀλλά, πόσο μᾶλλον. (Ἴσως, εὰν οἱ νεοέλληνες ἀφελληνισθοῦν, τὰ Ἑλληνικὰ συνεχίσουν νὰ τὰ μαθαίνουν οἱ ξένοι. (Ἀλλὰ δὲν θὰ εἶναι πιὰ ζωντανὴ γλῶσσα...) Δὲν κινδυνεύουν τόσο αὐτὰ χωρὶς ἐμᾶς, ὅσο ἐμεῖς χωρὶς αὐτά.)
[4] Βεβαίως, καλῶς, ἄριστα κάνει ὁ Σαραντάκος καὶ ξεκαθαρίζει τὰ ζητήματα ὁρισμένων «ἀστικῶν θρύλων», γιὰ νὰ μὴν παραπλανοῦνται οἱ ἀφελεῖς, καὶ μάλιστα οἱ νέοι. Ἂν καὶ ἴσως εἶναι ὑπερβολικὴ ἡ προθυμία του νὰ κατηγορήσει τὸν ἑλληνοκεντρικὸ χῶρο. Βλέπετε, ἀκὀμη καὶ στὸ ἡλεκτρονικὸ φόρουμ τῆς νεολαίας τοῦ ΛΑ.Ο.Σ., τὸ «λερναῖο κείμενο» εἶχε καταγγελθεῖ ἀπὸ σοβαροὺς νέους, (ὅμως ἡ κ. Βάσω Κιντῆ, ψευδόμενη, ἀπέδωσε τὸ κείμενο συκοφαντικῶς στόν ΛΑ.Ο.Σ.! (πού, καὶ νὰ εἶχε γράψει ἕνα παιδὶ σὲ κάποιο φόρουμ μιὰ μπαρούφα, τὶ θὰ σήμαινε αὐτὸ δὲν καταλαβαίνω...)) ἔπεσε ὅμως θύμα τώρα ὁ ὑπουργὸς Παιδείας. Ἄλλο ποὺ δὲν ἤθελαν οἱ «προοδευτικοὶ» νὰ ξεσκίσουν τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔστειλε γιὰ ἀνακύκλωσι τὸ παράνομο καὶ ἀντισυνταγματικὸ προπαγανδιστικὸ κουρελούργημα τῆς Ρεπούση καὶ τοῦ Λιάκου...
Ἐντάξει παιδιά, τὶ νὰ γίνει, φυσικὸ εἶναι θύματα τῶν φαρσῶν μὲ ἑλληνοκεντρικὰ θέματα νὰ πέφτουν περισσότερο οἱ ἑλληνοκεντρικοί, θύματα φαρσῶν γιὰ τὴν ζωὴ τοῦ Μάρξ οἱ μαρξιστὲς, θύματα τῆς φάρσας γιὰ τὴν δῆθεν ρατσιστικὴ δήλωσι τοῦ Τόμυ Χίλφιγκερ οἱ κομψὲς κυρίες! (Οἱ ὑπόλοιποι δὲν ξέρουν κἂν ποιὸς στὸ καλὸ εἶναι ὁ Τόμυ Χίλφιγκερ· ἐγὼ ἀπὸ τὴν φάρσα τὸν ἔμαθα.) Τὸ ὄτι ἔπεσε θύμα ὁ ὑπουργός (ναί, ἀφελέστατα), σημαίνει ὅτι τουλάχιστον τὸν συγκινεῖ ἡ γλῶσσα καὶ ἡ ἱστορία μας· πάλι καλά, διότι ἐδῶ ποὺ ἔχουμε φθάσει, αὐτὸ δὲν εἶναι καθόλου σίγουρο γιὰ τὸν καθένα. Εἶναι, λοιπόν, θετικὸ καὶ ἐλπιδοφόρο τὸ ὅτι κάποιοι ἐξακολουθοῦν νὰ συγκινοῦνται ἀπὸ αὐτὰ τὰ πράγματα...
Τὸ κακὸ εἶναι ἡ χρησιμοποίησις τῆς φάρσας ἀπὸ τοὺς ἑλληνόφοβους, γιὰ νὰ ὑποβάλουν τὴν ἰδέα ὅτι, ἀφοῦ τάχα οἱ ὑπὲρ τῆς Ἑλληνικῆς ἰσχυρισμοὶ τῆς φάρσας εἶναι ἀνακριβεῖς ἥ ἐντελῶς ψευδεῖς, τὸ ἴδιο ἰσχύει γιὰ κάθε ἰσχυρισμὸ ὑπὲρ τῆς Ἑλληνικῆς. Ἀφοῦ εἶναι ψεύτικοι οἱ ἀνύπαρκτοι ἰσχυρισμοὶ τοῦ... διευθυντοῦ τῆς Apple καὶ τοῦ CNN, τί σημασία ἔχει ποὺ ὁ Γεώργιος Μπαμπινιώτης καὶ ὁ Ὀδυσσέας Ἐλύτης ἔχουν πεῖ πολὺ περισσότερα καὶ οὐσιαστικότερα, ἀκόμη καὶ ἐντυπωσιακότερα (ἐὰν αὐτὸ εἶναι τὸ ζητούμενο), τὰ ὁποῖα θὰ μποροῦσαμε νὰ ἐπικαλεσθοῦμε; Ἐὰν δηλαδὴ ὑποθέταμε ὅτι χρειάζονται... δηλώσεις γιὰ τὴν Ἑλληνικὴ γλῶσσα, λὲς καὶ δὲν ἀρκοῦν τὰ ὕψιστα κατορθώματα τοῦ ἀνθρωπίνου Πνεύματος, τὰ ὁποῖα ἐννοήθησαν καὶ ἐπῆραν μορφὴ μ᾿ αὐτήν! (Καί, δευτερεῦον, ἀγνοεῖται συνήθως ἡ ἀρχὴ τῶν ὅποιων μυθευμάτων, ὅπου βεβαίως ὑπάρχει· π.χ. «οἱ ὑπολογιστὲς ὁμιλοῦν ἀρχαία ἑλληνικά»: αὐτόματη συντακτικὴ ἀνάλυσις («Time flies like an arrow. Fruit flies like a banana.»)· σχέσις λέξεων καὶ νοήματος: πρβλ. κατὰ Μπαμπινιώτη «ἐτυμολογικὴ διαφάνεια»· κ.ἄ.)
[5] Γράφει ὁ Γ. Καραμπελιᾶς («Χουλιγκάνου ἐγκώμιον», «Ἄρδην», τ. 38-39, Νοέμ. 2002): «Όταν ένας λαός βρίσκεται σε κρίση, όταν οι ελίτ της χώρας, όχι απλώς έχουν αποποιηθεί τον ρόλο τους ως πνευματική “ηγεσία” του έθνους, αλλά αντιθέτως πρωτοστατούν στη μεταμοντέρνα “διάλυσή” του, και την εκχώρησή του στο τουρκοδυτικό condominium, τότε τα ψήγματα αντίστασης που εξακολουθούν να υπάρχουν περιορίζονται σε αντιδράσεις “περιθωριακές” και καμιά φορά “στομαχικές”, ενστικτώδεις, πρωτόγονες ή “ερασιτεχνικές”. Η ανάγκη της εθνικής αυτοσυνειδησίας θα εκφραστεί μέσα από τις διόδους που μπορεί να διαμορφώσει ή και να εκβιάσει, υπερακοντίζοντας αυτήν την “προδοσία των διανοουμένων”. »