«Tὴ γλῶσσα μοῦ ἔδωσαν ἑλληνική· τὸ σπίτι φτωχικὸ στὶς ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου. Μονάχη ἔγνοια ἡ γλῶσσα μου στὶς ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου.» (Ὀδυσσέας Ἐλύτης, «Ἄξιον ἐστί»)

Σελίδες Πατριδογνωσίας - Περικλῆς Γιαννόπουλος - Ἡ Ἑλλὰς τοῦ ΟΧΙ - Ἀντίβαρο - Πολυτονικό

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2009

Ἡ Ἑλλὰς τῶν ξένων καὶ ἡ Ἑλλάς τῶν Ἑλλήνων (Δημήτρης Πικιώνης)

Πῶς εἶδαν οἱ ξένοι τὴν Ἑλλάδα; Ποιά εἶναι, ἀλήθεια, ἡ Ἑλλάς τῶν Γάλλων, τῶν Ἄγγλων, τῶν Γερμανῶν ἑλληνιστῶν καὶ φιλελλήνων; Καὶ ποιά ἡ δική μας Ἑλλάδα; Τί πρέπει νὰ ἀναζητήσουμε ἐμεῖς; Στοχασμοὶ τοῦ Δημήτρη Πικιώνη («Τὸ πρόβλημα τῆς μορφῆς», 1950).

[...] Καὶ σήμερα στὸ ἀρχιπέλαγος τοῦτο, ὅπου ἀπάνωθέ του πλανιέται ἡ μεγάλη σκιὰ τοῦ Ὁμήρου, ὁ κόσμος ὁ ἑλληνικὸς ζητάει ἀπὸ τοὺς ἐπιγόνους ἐμᾶς ἀπάντηση. Κι ἡ ἀπάντηση ποὺ θὰ δίναμε θά ᾿ταν τῆς ψυχῆς μας τὸ μέτρο...

Σκέφτομαι ὅλους ἐκείνους, δικούς μας καὶ ξένους, ποὺ στὸν κόσμο τοῦτο τὸν ἑλληνικὸ ἀφιέρωσαν τὴ διάπυρη λατρεία τοῦ νοῦ καὶ τῆς ψυχῆς των... Οἱ ξένοι, ἀτελεύτητη χορεία, ποιητὲς καὶ φιλόσοφοι, τῆς γνώσης, τῆς θρησκείας, τῆς γλώσσης, τοῦ μύθου, καλλιτέχνες, φιλόλογοι, ἱστορικοί, τεχνοκρίτες... Πόση ἱερότητα στὸ μόχθο τοῦτο, πόση ἀνάλωση νοῦ καὶ ψυχῆς! Ἔλξη κόσμων ἀντίθετων: Διείσδυση τοῦ ἀντίθετου απ᾿ τὸν ἕναν ἀπὸ αὐτούς, μέσῳ τοῦ ὅμοιου ποὺ βρισκόταν στὴν ἴδια του τὴν ψυχή. Πρόβαλλε πραγματικὰ ὁ καθένας, στὸν ξένο τὸν κόσμο, τῆς δικιᾶς του ψυχῆς τὶς λαχτάρες, τὶς δικές του ἀρετές.

William-Adolphe Bouguereau, Νύμφες καὶ Σάτυρος, 1873

Ἔτσι ὁ Γάλλος, χάρις στὴ λαμπρή του πλαστικὴν εὐαισθησία, εἶδε ἰδιαίτερα τοῦ ἀρχαίου τὴν πλαστικὴν ἀρετή, τὴ χάρη καὶ τὸ μέτρο. Ὁ Ἄγγλος, τὴν ποιητικὴ τοῦ ἀρχαίου οὐσία, τὴν ἀγωγή, τὰ πολιτικὰ ἰδεώδη... Τοῦ Γερμανοῦ ἡ μεταφυσικὴ διάθεση τὸν ἔκανε ἰδιαίτερα ἱκανὸ νὰ πλησιάσει τὸ μυστηριακὸ τοῦ Ἑλληνισμοῦ περιεχόμενο, τὸν θρησκευτικὸ μύθο, τὴ φιλοσοφία...

Sir Lawrence Alma-Tadema, Ὁ Φειδίας δείχνει στοὺς φίλους του τὴν ζῳφόρο τοῦ Παρθενῶνος, 1868

Ξέρω τὶς ἀντιμαχίες γύρω ἀπ᾿ τὶς ἐρμηνεῖες ποὺ ἔδωσε ὁ τελευταῖος... [1] Ὅμως πόση δύναμη θαυμασμοῦ, τί φλογερὴ λατρεία...σχεδὸν ξανοίγεις, κάτω ἀπ᾿ τὸν ἔρωτα τοῦτο τοῦ ὑπερβόρειου πρὸς τὸν Ἑλληνισμό, τὸν ἔρωτα κοσμικῶν στοιχείων... τῆς ὁμίχλης καὶ τοῦ σκότους τοῦ Βορρᾶ πρὸς τὸ φῶς τῆς Μεσημβρίας...


Leni Riefenstahl, Olympia, 1938

Ἀλλὰ γιατί μὲ κυνηγάει ἔτσι ἡ παρουσία τοῦ ξένου; Μὲ θέλγει ἡ ἕλξη τούτη δύο ἀντίθετων κόσμων, ἢ ἐμεῖς δὲν κάναμε ἀρκετὰ γιὰ νὰ φωτίσουμε μέσα μας τὸν κόσμο τὸν ἑλληνικό;

Τί σχέση εἶναι τούτη ποὺ μᾶς δένει μ᾿ αὐτόν; Ναί, ζεῖ ὁ σπόρος του μέσα στὴν ἑλληνικὴ Χριστιανοσύνη. Ζεῖ στοῦ λαοῦ καὶ στοῦ ποιητῆ τὴν ψυχή. Ἀλλὰ καὶ σὲ μᾶς τοὺς ἄλλους ἀκόμα ζεῖ, ὑπνώττοντας εἰς τὸ βάθος τοῦ εἶναι μας. Δὲν εἶν᾿ ἔρωτας ἐδῶ τῶν ἀντίθετων· ἐδῶ πρόκειται γιὰ ἕναν ἄλλον ἄθλο: Νὰ μοιάσουμε μ᾿ αὐτὸ ποὺ πραγματικὰ εἴμαστε... Νὰ γνωρίσουμε τὸν ἑαυτό μας... Ἀλλὰ ποῦ εἶναι ἡ καταβολὴ αὐτοῦ τοῦ πνευματικοῦ μόχθου ποὺ θὰ φώτιζε σὲ μιὰν ἔλλαμψη τὴν ἱστορική μας μνήμη; Ποῦ εἶναι ἡ προσπάθεια ποὺ ζητάει ἕνας δικός μας (ὁ Κ.Δ. Γεωργούλης: «Ἡ μελέτη τῶν ἑλληνικῶν ἀνθρωπιστικῶν γραμμάτων», 1938) «γιὰ τὴν κατάρτιση μιᾶς δημιουργικῆς μας σχέσης μὲ τὸ περασμένο, ἀπ᾿ ὅπου θὰ ἐξαρτηθεῖ ἡ ἱκανότητά μας νὰ δημιουργήσουμε ἕνα καινούργιο μέλλον; Κι ὅπου μέσα του θὰ ἐπαναληφθοῦν οἱ ἀξίες οἱ ἐγκείμενες εἰς τὸ παρελθόν, στὴν ἔκταση καὶ τὸ βάθος ποὺ μᾶς ἐπιτρέπει ἡ σύγχρονη ἱστορικὴ πραγματικότητα, ὁ ἱστορικὸς καιρὸς ποὺ κάθε φορὰ ἀντικρύζουμε;».

Ἀριστεὺς Φρίξος, ᾨδὴ στὸν Ἥλιο, 1910

Μελετάω μέσα μου τὶς μεγάλες μορφὲς τοῦ ἔθνους μας. Ποιητές, ἥρωες... Ἥρωες ποὺ ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ ἀντρεία των εἶναι ἀρετὴ καὶ ἀντρεία καὶ ἀντρεία ἑλληνική. Τοὺς ποιητές μας. Τὸν πρῶτο, τὸν πιὸ μεγάλο απ᾿ αὐτούς, καὶ τὸν ἀγώνα του για μορφὴ καὶ γιὰ ἔκφραση ἑλληνική. Τοὺς μεγάλους μας αὐτοδίδακτους ποὺ ὁ Θεὸς τοὺς χάρισε τὸ δώρημα τῆς «αὐτοποιᾶς» ἔκφρασης καὶ ποὺ τὸ ἔργο τους ὑψώνεται κι αὐτῶν «κάθετα εἰς τὸ κέντρο τῆς ἐθνικότητας». Ὅλους τοὺς ἄλλους ποὺ μὲ λογισμὸ καὶ πειθαρχία δουλεύουν στὸ ἀληθινὸ καὶ ἑτοιμάζουν τὸ δρόμο τῶν κατοπινῶν. [2] Καὶ τὴ νέα γενιὰ τῶν ζωγράφων μας, ποὺ μᾶς δίνουν τόσες ἐλπίδες: Ἀνάλαβαν τὸν μεγάλο ἄθλο νὰ συλλάβουν τὸν ἐσωτερικὸ κόσμο τὸν ἑλληνικὸ καὶ νὰ τὸν ἐκφράσουν ὄχι περιγραφικὰ μὰ μὲ τὰ συμβολικὰ μέσα ποὺ ὁρίζει ἡ Τέχνη τους. [3]

Νά ᾿ναι τάχα μιᾶς χαραυγῆς τὸ φανέρωμα; Θὰ κατανικήσουν τὶς χθόνιες δυνάμεις ποὺ ἀντιστέκονται σὲ κάθε ἀνθρώπινη πραγμάτωση; Καὶ ἀνακαταχτώντας, ὅπως ἔλεγε ὁ Γκαῖτε, κάθε φορὰ αὐτὸ ποὺ κατάχτησαν, θὰ μπορέσουν νὰ γίνουν οἱ θεμελιωτὲς μιᾶς παράδοσης;

Αὐτὰ καὶ ἄλλα ἐστοχάζομουν, καὶ σ᾿ ὅλα μέτρο καὶ κριτήριο ὑψώνονταν ἡ πνευματικότητα τούτης τῆς Γῆς...

Σημειώσεις (ἐκ τοῦ πρωτοτύπου):
[1] Εἶπαν πὼς ἡ ἐρμηνεία τούτη τοῦ Ἑλληνισμοῦ δὲν ἦταν πάντοτε σύμφωνη μὲ τὴν πραγματικότητα. Πὼς ὁ Goethe γνώρισε τὸν Ἑλληνισμὸ μέσῳ τῆς Ρώμης, πὼς ἡ Πάτμος τοῦ Hölderlin εἶναι ἡ Βαϊμάρη. Ἀμφισβητοῦν τὴ θέση τῆς Γένεσης τῆς τραγωδίας του Nietzsche.
[2] Σταθμίζω τὶς διάφορες ὁράσεις ποὺ πάει νὰ διαπλάσει ἡ ἐποχή μας. Ἐκείνη πού ᾿ναι δοξολογία τοῦ ἐφήμερου καὶ ἐκείνη ποὺ θά ᾿ταν ἡ συμβολικὴ ἔκφραση τοῦ αἰώνιου.
[3] Θὰ ἐπιτελεσθεῖ ὁ ἄθλος τοῦτος, ὅπως μερικὰ σημάδια τὸν προοιωνίζονται; Οἱ ὥς τὰ τώρα πραγματώσεις του (καρπὸς μαζὶ πνευματικῆς ὀξυδέρκειας καὶ συναισθηματικοῦ βάθους), ἡ λαμπρὴ προσπάθεια, παρ᾿ ὅλες τὶς ἐλλείψεις (οἱ ἀδυναμίες του φανερώνουν τὸ μέγεθος τοῦ ἄθλου ποὺ ἔχει ἀναληφθεῖ), τὸ ἔργο νὰ γίνει μαρτυρία ζωῆς. Θὰ μπορέσει ἄραγες νὰ ζήσει χωρὶς νὰ ξεπέσει ἀπὸ ἔλλειψη πνευματικῆς καὶ ἠθικῆς πειθαρχίας, χωρὶς νὰ τὸ παρασύρουν οἱ χθόνιες δυναμεις ποὺ παραμονεύουν σὲ κάθε ἀνθρώπινη ἐκδήλωση καὶ ἀντιστέκονται στὴν πραγμάτωση τοῦ ἰδεώδους;
Ἡ παρουσία τοῦ Κοσμικοῦ Μύθου ποὺ ξεσκεπάζει ἡ θέα τούτη τοῦ ἀρχιπελάγους μοῦ χρησιμεύει γιὰ κριτήριο τούτου τοῦ κινήματος. Θὰ μπορέσει ἄραγε, αἰρόμενο πάνω ἀπὸ τὴν ἀνθρωποκεντρική του -ὣς τὰ τώρα- ὑπόσταση (νὰ φθάσει) εἰς τὴν ἔκφραση τοῦ Κοσμικοῦ Μύθου ποὺ μᾶς ξεσκεπάζει ἡ ἑλληνικὴ γῆ;

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

«Στον Κρατύλο»

-Αφιερωμένο πρώτο-


Σ’ έχω κάτι για ιερό
και φοβάμαι ν’ αγγίξω την ψυχή σου,
μήπως και τρομάξει,
μήπως κρυφτείς κάπου στο πουθενά,
μήπως φύγεις.
Kαι μετά;

Θά ‘σαι εσύ να υπάρχεις
για να περιμένεις εκείνη που ονειρευτήκαμε
εμείς των νέων Θερμοπυλών,
αλύτρωτοι ακόμη στο σήμερα;

Σου λέω,
θα ‘σαι άραγε κάπου εκεί
να εύχεσαι ακόμη να ομορφαίνει το γαλάζιο τ’ ουρανού,
της θάλασσας της χώρας μου,
της χώρας σου;

Λατρεύω την ατέρμονη υπομονή σου
για την νίκη της…

Λατρεύω την αβάσταχτη καρτερία σου
για ό, τι δεν μπόρεσαν οι πολλοί ασπρομάλληδες,
για ό, τι πέταξαν υποτιμητικά οι μικροί…

Αγαπώ ό, τι αγαπάς και συ.
Όλο το Αιγαίο και την αγκαλιά του ολόγυρα.
Τους ανθρώπους της, τους Ανθρώπους
που πόνεσαν για ν’ αντέξουν τα λακτίσματα
των βαρβάρων πάνω της,
την μεταλλαγή τους δι’ αυτής σε άνθρωπους…

Μή φύγεις.
Μή λυγίσεις.
Δεν ξέρω αν θα βρω ανθεκτικότερο συνοδοιπόρο
στην προσπάθεια να την κρατήσουμε
όπως μας την άφησαν γλυκά γερμένα στο πλάϊ οι πρόγονοι…

Ευχήσου ξανά,
να ζήσει η Ελλάδα.

Μόνον ευχήσου…

Φειδίας είπε...

Εὐχαριστῶ πολὺ γιὰ τὸ ὑπέροχο ποίημα!