Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Θέα τῶν Ἀθηνῶν, 1940 (ἰδιωτικὴ συλλογή) |
Ἄ γαιώδη ἄνθρωπε(Ὀδυσσέας Ἐλύτης, «Μικρὸν Ἀνάλογον γιὰ τὸν Ν. Χατζηκυριάκο-Γκίκα»)
Ἰδὲς ποὺ ὁ τοκετὸς τῆς νύχτας ἔφερε
Κυανὸ καὶ κιννάβαρι, πορφύρα καὶ ὤχρα
ἀλληλέγγυα στάθηκαν τὰ σπίτια(Ὀδυσσέας Ἐλύτης, «Τὸ Ἄξιον Ἐστί»)
καὶ μικρὰ καὶ τετράγωνα
μὲ καμάρα λευκὴ καὶ λουλακὶ πορτόφυλλο
(Βλ. Νίκος Ἀλ. Μηλιώνης, «Ὁ εἰκαστικὸς μοντερνισμὸς στὴν ποίηση τοῦ Ὀδυσσέα Ἐλύτη», περιοδικὸν «Νέα Εὐθύνη», τ. 8, Νοέμ.-Δεκ. 2011, σελ. 643.)
* * *
Ἰάκωβος Ρίζος, Ἀθηναϊκὴ βραδιὰ στὴν ταράτσα, 1897 (Ἐθνικὴ Πινακοθήκη) |
Στὸν πίνακα αὐτὸ ἀντικρύζω τὸ χαμένο μου ἰδανικό. Ὅ,τι θὰ ἤθελα νὰ εἶμαι, ὅ,τι θὰ ἤθελα νὰ δῶ, νὰ ζήσω, νὰ ὀνειρεύομαι, ἐγώ, οἱ δικοί μου, ἡ χώρα μου.
Κοιτάζω γύρω μου: ἡ καθημερινὴ «πραγματικότης»...
Κοιτάζω τὸν πίνακα: κάτι ἀπὸ ἀλλοῦ. Ἄλλοι ἄνθρωποι, μιᾶς ἄλλης χώρας, μιᾶς ἄλλης ἐποχῆς. Ἀλλοῦ, πολὺ μακρυά.
Καὶ ὅμως, περιέργως, καὶ πολὺ κοντὰ συνάμα. Τόσο ξένα σήμερα ἐτοῦτα, ἀλλὰ σὰν κάτι νὰ μοῦ θυμίζουν. Σὰν ἕνα παράλληλο σύμπαν, ξένο καὶ ὅμως οἰκεῖο, χαμένο καὶ ὅμως κοντινό. Παρόν, πραγματικό. Ἐγώ, ἐδῶ, τώρα!
Ἐδῶ, σὲ αὐτὸν πίνακα ζῶ. Ὅπου νά ᾿ναι θὰ ξυπνήσω ἀπὸ τὸν ἀνυπόφορο ἐφιάλτη ποὺ μὲ εἶχε κάνει νὰ τὸ λησμονήσω.
2 σχόλια:
πολύ όμορφοι και οι δυο πίνακες!
και όπως το έγραψες, παράλληλα σύμπαντα...
Αν και το έτος δημιουργίας του δεύτερου πίνακα φέρνει στο νου (και) άσχημες αναμνήσεις, είναι εμφανές πως το ίδιο το έργο αποπνέει την αύρα μιας ευγενικής Ζωής...
Για τους πραγματιστές των Μύθων, για τους εραστές των Ιδεών..
Δημοσίευση σχολίου