Ἡ ἀφίσα μὲ τὴν ὡραία δεσποινίδα, σ᾿ ἕνα κάδρο στὸν τοῖχο τοῦ σπιτιοῦ τῆς γιαγιᾶς μου. Χρόνια τώρα, ἀπὸ τότε ποὺ ἥμουν μικρός. Κάθε φορὰ τὴν κοιτοῦσα καὶ ὀνειρευόμουν.
Χρόνια πέρασαν. Πάντοτε ὅμως, ὅταν ἐτύγχανε νὰ βρεθοῦμε στὸ σπίτι τῆς γιαγιᾶς, ἡ ζουμερὴ νεάνις αἰχμαλώτιζε ἕνα βλέμμα μου.
Ἀνερωτούμην καμμιὰ φορὰ ποία νὰ εἶναι ἄραγε ἡ νεράιδα τοῦ πίνακα στὸν «πραγματικὸ κόσμο». Ἀκόμη θυμόμουν τὴν ἔκθεσι στὴν Ἐθνικὴ Πινακοθήκη, «Ἰμπρεσιονιστὲς καὶ μεταϊμπρεσιονιστές» (Ἰαν.-Ἀπρ. 1980)· εἴχαμε πάει τότε μὲ τοὺς γονεῖς μου. Προφανῶς ἡ ἀφίσα ἦταν ἀπὸ ἐκείνη τὴν ἔκθεσι. Ὡς φαίνεται Ρενουάρ. Εἴχαμε στὴν βιβλιοθήκη τοῦ πατέρα μου σειρὰ τόμων μὲ τοὺς μεγάλους ζωγράφους. Ἔψαξα τὸν Ρενουὰρ καὶ τοὺς ἰμπρεσιονιστές. Δὲν τὴν βρῆκα. Περίεργον.
Ἐποχὴ τοῦ Διαδικτύου πλέον. Μερικὲς φορές ἔτυχε νὰ θυμηθῶ ξανὰ τὴν ζουμερὴ νεάνιδα τοῦ πίνακα. Ἔψαξα σὲ δυὸ-τρεῖς ἱστοχώρους - ἠλεκτρονικὲς πινακοθῆκες. Δὲν τὴν βρῆκα. Περίεργον. Λὲς καὶ δὲν ἦταν πραγματική! (Ἀλλὰ οὔτε καὶ ρώτησα φίλους στὸ Διαδίκτυο. Δὲν ἔτυχε; Δὲν ξέρω.)
Πρὶν λίγα χρόνια, λοιπόν, ἐμφανίστηκε μιὰ νέα, πρωτοποριακὴ διαδικτυακὴ ὑπηρεσία, τὸ TinEye Reverse Image Search. Βάζεις μιὰ εἰκόνα καὶ σοῦ γυρίζει ἱστοσελίδες ποὺ ἔχουν τὴν ἴδια εἰκόνα ἢ εἰκόνες ποὺ μοιάζουν μὲ αὐτήν. (Σήμερα, τὸ TinEye ἔχει ἐν πολλοῖς ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὸ Google Image Search. Ὑπάρχει καὶ σὲ browser addon, γιὰ νὰ τὸ ἔχετε στὸ δεξὶ κλίκ: Search By Image (by Google) [Mozilla, Chrome]) Γιὰ πολὺ καιρό, ὅμως, δὲν σκέφθηκα νὰ ψάξω (ἀλλὰ καὶ ὅταν ἔτυχε νὰ τὸ σκεφθῶ, δὲν εἶχα τὴν εἰκόνα διαθέσιμη).
Ὥσπου μιὰ φορά, στὸ σπίτι τῆς γιαγιᾶς, μοῦ πέρασε ἀπὸ τὸ μυαλὸ ἡ τρομερὴ ἰδέα. Ἔβγαλα τὸ κινητὸ καὶ φωτογράφισα τὴν νεράιδα. Ὅταν γυρίσαμε σπίτι, ἄνοιξα τὸν ὑπολογιστή μου, καὶ μὲ ἕναν ἀκαθόριστο φόβο μήπως κάνω κάτι βέβηλο, ἔβαλα τὴν νεράιδα μου στὸ Image Search. Σὲ ἕνα δευτερόλεπτο ἡ ὀθόνη μου γέμισε μὲ δημόσιες ἱστοσελίδες, sites, μπλόγκια, κείμενα, εἰκόνες, δὲν συμμαζεύεται. Ἡ νεράιδα μου εἶχε ὄνομα καὶ ἀστυνομικὴ ταυτότητα: Pierre-Auguste Renoir, La jeune fille avec les pâquerettes, 1889. Μὲ φρίκη τὴν εἶδα ἐκτεθειμένη στὸν χύδην ὄχλο, ἀναρτημένη στὰ ἰντερνέτια, γυμνή, βορὰ στὰ μάτια τῶν βαρβάρων.
Ὁ μυστικὸς ἔρωτας καὶ ἡ ἀναζήτησις δύο καὶ πλέον δεκαετιῶν εἶχε τελειώσει μὲ ἕνα δεξὶ κλίκ...
...Ἀλλὰ ἴσως πάλι ὄχι.
Χρόνια πέρασαν. Πάντοτε ὅμως, ὅταν ἐτύγχανε νὰ βρεθοῦμε στὸ σπίτι τῆς γιαγιᾶς, ἡ ζουμερὴ νεάνις αἰχμαλώτιζε ἕνα βλέμμα μου.
Ἀνερωτούμην καμμιὰ φορὰ ποία νὰ εἶναι ἄραγε ἡ νεράιδα τοῦ πίνακα στὸν «πραγματικὸ κόσμο». Ἀκόμη θυμόμουν τὴν ἔκθεσι στὴν Ἐθνικὴ Πινακοθήκη, «Ἰμπρεσιονιστὲς καὶ μεταϊμπρεσιονιστές» (Ἰαν.-Ἀπρ. 1980)· εἴχαμε πάει τότε μὲ τοὺς γονεῖς μου. Προφανῶς ἡ ἀφίσα ἦταν ἀπὸ ἐκείνη τὴν ἔκθεσι. Ὡς φαίνεται Ρενουάρ. Εἴχαμε στὴν βιβλιοθήκη τοῦ πατέρα μου σειρὰ τόμων μὲ τοὺς μεγάλους ζωγράφους. Ἔψαξα τὸν Ρενουὰρ καὶ τοὺς ἰμπρεσιονιστές. Δὲν τὴν βρῆκα. Περίεργον.
Ἐποχὴ τοῦ Διαδικτύου πλέον. Μερικὲς φορές ἔτυχε νὰ θυμηθῶ ξανὰ τὴν ζουμερὴ νεάνιδα τοῦ πίνακα. Ἔψαξα σὲ δυὸ-τρεῖς ἱστοχώρους - ἠλεκτρονικὲς πινακοθῆκες. Δὲν τὴν βρῆκα. Περίεργον. Λὲς καὶ δὲν ἦταν πραγματική! (Ἀλλὰ οὔτε καὶ ρώτησα φίλους στὸ Διαδίκτυο. Δὲν ἔτυχε; Δὲν ξέρω.)
Πρὶν λίγα χρόνια, λοιπόν, ἐμφανίστηκε μιὰ νέα, πρωτοποριακὴ διαδικτυακὴ ὑπηρεσία, τὸ TinEye Reverse Image Search. Βάζεις μιὰ εἰκόνα καὶ σοῦ γυρίζει ἱστοσελίδες ποὺ ἔχουν τὴν ἴδια εἰκόνα ἢ εἰκόνες ποὺ μοιάζουν μὲ αὐτήν. (Σήμερα, τὸ TinEye ἔχει ἐν πολλοῖς ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὸ Google Image Search. Ὑπάρχει καὶ σὲ browser addon, γιὰ νὰ τὸ ἔχετε στὸ δεξὶ κλίκ: Search By Image (by Google) [Mozilla, Chrome]) Γιὰ πολὺ καιρό, ὅμως, δὲν σκέφθηκα νὰ ψάξω (ἀλλὰ καὶ ὅταν ἔτυχε νὰ τὸ σκεφθῶ, δὲν εἶχα τὴν εἰκόνα διαθέσιμη).
Ὥσπου μιὰ φορά, στὸ σπίτι τῆς γιαγιᾶς, μοῦ πέρασε ἀπὸ τὸ μυαλὸ ἡ τρομερὴ ἰδέα. Ἔβγαλα τὸ κινητὸ καὶ φωτογράφισα τὴν νεράιδα. Ὅταν γυρίσαμε σπίτι, ἄνοιξα τὸν ὑπολογιστή μου, καὶ μὲ ἕναν ἀκαθόριστο φόβο μήπως κάνω κάτι βέβηλο, ἔβαλα τὴν νεράιδα μου στὸ Image Search. Σὲ ἕνα δευτερόλεπτο ἡ ὀθόνη μου γέμισε μὲ δημόσιες ἱστοσελίδες, sites, μπλόγκια, κείμενα, εἰκόνες, δὲν συμμαζεύεται. Ἡ νεράιδα μου εἶχε ὄνομα καὶ ἀστυνομικὴ ταυτότητα: Pierre-Auguste Renoir, La jeune fille avec les pâquerettes, 1889. Μὲ φρίκη τὴν εἶδα ἐκτεθειμένη στὸν χύδην ὄχλο, ἀναρτημένη στὰ ἰντερνέτια, γυμνή, βορὰ στὰ μάτια τῶν βαρβάρων.
Ὁ μυστικὸς ἔρωτας καὶ ἡ ἀναζήτησις δύο καὶ πλέον δεκαετιῶν εἶχε τελειώσει μὲ ἕνα δεξὶ κλίκ...
...Ἀλλὰ ἴσως πάλι ὄχι.