Βάλτε στὸ νοῦ σας ἕνα κοριτσάκι -
σὰν βορρινὸς ἄγγελος -
σὰν τὶς μορφὲς στὰ χρωματιστὰ τζάμια τῶν ἐκκλησιῶν τους -
σὰν φτιαγμένη ἀπὸ χλωμὸ φεγγαρόφωτο στὰ ξέφωτα τοῦ Μέλανος Δρυμοῦ -
ψηλὴ ἀλαφροπάτητη ἀχνογέλαστη -
ἀθώα καὶ εὐγενική -
καὶ
καθισμένη δίπλα σου νὰ τρώει μὲ ὄρεξη -
BLUTWURST -
λουκάνικο ἀπὸ σκέτο πηγμένο αἷμα γουρουνιοῦ -
ὠμὸ κιμά -
καὶ πηχτὴ ἀπὸ βρασμένα στήθη ἀγελάδας.
Καὶ ὠμὰ αὐγά.
Δὲν εἶναι δράμα;
Ἂν τὸ κορίτσι τοῦ βορρᾶ ἔχει τὴν κακὴ τύχη καὶ μπλέξει μὲ τοὺς Ἕλληνες, ἤ ἔχει φίλες Ἑλληνίδες, ἀγόρασε εἰσιτήριο γιὰ τὴν δυστυχία. Οἱ γερμανοί, ἴσως περισσότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἐβροπαίους, ἀναγνωρίζουν ἀμέσως καὶ ἐκτιμᾶνε τὴν εὐθύτητα καὶ τὴν ἁπλότητα. Δηλαδὴ τὰ γεμιστά, τὰ φασολάκια, τὰ χόρτα, τὴν τοματοσαλάτα, τὸ Χρυσὸ Λάδι - τὰ ἑλληνικὰ φαγητά. Καὶ ὕστερα καταλαβαίνουν πόσο βάρβαρα βαριὰ ὠμὰ αἱμάτινα εἶναι τὰ δικά τους. Καὶ εἶναι μιὰ ζωὴ δυστυχισμένοι.
Χ.Κ. - Ἀνδρέας Φαρμάκις